Σοβαρό ήταν το «πλήγμα» που επέφερε η πανδημία και η συρρίκνωση της τουριστικής περιόδου κατά τη διάρκεια του 2020
Σοβαρό ήταν το «πλήγμα» που επέφερε η πανδημία και η συρρίκνωση της τουριστικής περιόδου κατά τη διάρκεια του 2020 στην αγορά των βραχυχρόνιων μισθώσεων, καθώς ο συνολικός τζίρος υποχώρησε στα 467,4 εκατ. ευρώ, από 989 εκατ. ευρώ το 2019, μια πτώση της τάξεως του 53%. Ενδεικτικό της πίεσης που ασκήθηκε πέρυσι στην αγορά των βραχυχρόνιων μισθώσεων είναι ότι η μέση πληρότητα των καταλυμάτων υποχώρησε κατά 27,7% και διαμορφώθηκε σε μόλις 36,1%, έναντι σχεδόν 50% το 2019. Ουσιαστικά δηλαδή υπήρξαν κρατήσεις μόλις για το 1/3 των διαθέσιμων ημερών.
Τα παραπάνω στοιχεία προκύπτουν από την ετήσια έρευνα για την ελληνική αγορά, που εκπόνησε η εξειδικευμένη εταιρεία AirDNA, η οποία αντλεί στοιχεία από περισσότερες από 10 εκατ. αγγελίες ακινήτων βραχυχρόνιας μίσθωσης σε παγκόσμια βάση (Airbnb και Vrbo). Με βάση τη σχετική έρευνα για το 2020, στην Ελλάδα το μέσο ημερήσιο εισόδημα ανά διαθέσιμο κατάλυμα δεν ξεπέρασε τα 40,2 ευρώ, υποχωρώντας κατά 32,5%, από τα 59,55 ευρώ του 2019. Από την πτώση αυτή μάλιστα δεν «ξέφυγαν» οι δημοφιλέστερες περιοχές, το αντίθετο μάλιστα. Για παράδειγμα, στη Μύκονο η πτώση του μηνιαίου εισοδήματος ενός καταλύματος βραχυχρόνιας μίσθωσης ήταν της τάξεως του 41%, ενώ στο κέντρο της Αθήνας η κάμψη άγγιξε το 37%. Στη Σαντορίνη, η πτώση άγγιξε το 33% και στην Κρήτη το 25,7%. Στην Πάρο, τα μηνιαία έσοδα μειώθηκαν κατά 31,4% και στην Τήνο κατά 25%. Μεγάλες μειώσεις σημείωσαν επίσης τα καταλύματα στη Χαλκιδική, όπου η μείωση των τουριστών από τις βαλκανικές χώρες είχε σημαντική επίπτωση. Ετσι, στη Κασσάνδρα η πτώση του μηνιαίου εισοδήματος διαμορφώθηκε σε 44%, στη Σιθωνία σε 40,2% και στη Νέα Προποντίδα σε 39,3%, ενώ στη Θεσσαλονίκη δεν ξεπέρασε το 25,8%. Στον αντίποδα, στα καταλύματα του παράκτιου μετώπου της Αττικής, η εικόνα ήταν σαφώς καλύτερη, καθώς η μείωση ήταν μόλις 9,3%. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι μεγάλη μερίδα των κατοίκων του λεκανοπεδίου επέλεξε κοντινούς προορισμούς για τις διακοπές του 2020, αποφεύγοντας να μετακινηθεί σε μεγάλες αποστάσεις για λόγους ασφαλείας.
Παράλληλα, επιβεβαιώθηκε η τάση της κυριαρχίας του ελληνικού «στοιχείου», ως προς την προέλευση των κρατήσεων καθ’ όλη τη διάρκεια του 2020, κάτι που είναι πιθανό να καταγραφεί και κατά τη φετινή σεζόν. Σύμφωνα με τα στοιχεία της AirDNA, οι Ελληνες ήταν η μεγαλύτερη ομάδα επισκεπτών καταλυμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης, ενώ ακολούθησαν, κατά σειράν, οι Βρετανοί, οι Γάλλοι, οι Γερμανοί, οι Αμερικανοί και οι Ισπανοί.
Στον αντίποδα, το 2019, οι χώρες που είχαν τις περισσότερες κρατήσεις ήταν κατά σειράν οι ΗΠΑ, η Μεγ. Βρετανία, η Ελλάδα, η Γαλλία, η Γερμανία και ο Καναδάς.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2020, μέσω των βραχυχρόνιων μισθώσεων προσφέρθηκαν συνολικά 11,6 εκατ. διαθέσιμες διανυκτερεύσεις. Εξ αυτών, κρατήσεις έγιναν μόνο για τα 4,2 εκατ. διανυκτερεύσεις, μέγεθος που αποτελεί πτώση της τάξεως του 49,3% σε σχέση με τα 8,3 εκατ. κρατήσεις που πραγματοποιήθηκαν το 2019. Πτώση κατά 6,7% σημείωσε και το μέσο κόστος ανά διανυκτέρευση, καθώς διαμορφώθηκε σε 111,3 ευρώ, από 119,2 ευρώ το 2019.
Μειωμένες κατά 11,6% ήταν και οι ενεργές αγγελίες (όπου δηλαδή έχει καταγραφεί τουλάχιστον μία κράτηση) για το 2020. Ο αριθμός τους, σε πανελλαδικό επίπεδο, διαμορφώθηκε σε 72.591, έναντι 82.138 το 2019. Ωστόσο, ο Δεκέμβριος του 2020 αποδείχθηκε ο χειρότερος μήνας του χρόνου. Συγκεκριμένα, εν μέσω μιας ακόμα περιόδου περιορισμού της κυκλοφορίας, ήταν προφανές ότι ο αντίκτυπος στη βραχυχρόνια μίσθωση θα ήταν ακόμα πιο αρνητικός. Ετσι, στα μέσα Δεκεμβρίου, ο αριθμός των αγγελιών ακινήτων υποχώρησε κατά 75,4% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2019, σε επίπεδο χαμηλότερο των 45.000 πανελλαδικά.
Ωστόσο, αν ληφθούν υπόψη τα ακίνητα στα οποία υπήρξε τουλάχιστον μία κράτηση σε μηνιαία βάση, αποκαλύπτεται ότι τα νούμερα είναι ακόμα πιο χαμηλά. Για παράδειγμα, τον Δεκέμβριο σημειώθηκε τουλάχιστον μία κράτηση σε λιγότερο από 20.000 ακίνητα. Ακόμα και στο απόγειο της αγοράς, δηλαδή τον μήνα Αύγουστο, τα ακίνητα που κατόρθωσαν να εξασφαλίσουν έστω μια κράτηση μετά βίας ξεπέρασαν τις 60.000. Πρόκειται για μια σαφή ένδειξη ότι η αγορά βραχυχρόνιων μισθώσεων υπολειτούργησε το 2020 για μεγάλη μερίδα ιδιοκτητών.
Νέο τοπίο
Παράγοντες της αγοράς βραχυχρόνιων μισθώσεων διαπιστώνουν ότι σήμερα έχει πλέον διαμορφωθεί ένα διαφορετικό «τοπίο», καθώς η πανδημία επιτάχυνε τις εξελίξεις που είχαν αρχίσει να διαγράφονται ήδη από το 2019. Συγκεκριμένα, χιλιάδες αγγελίες καταλυμάτων έχουν πλέον «κατέβει» από τις ψηφιακές πλατφόρμες βραχυχρόνιων μισθώσεων, προκειμένου να προωθηθούν μέσω μακροχρόνιων συμβολαίων, ενώ υπάρχουν και αρκετές περιπτώσεις όπου το ακίνητο είναι διαθέσιμο για μίσθωση ορισμένων μηνών (π.χ. έξι), δείγμα ότι ο ιδιοκτήτης του σχεδιάζει να επιστρέψει στη βραχυχρόνια μίσθωση.
Ανεξάρτητα πάντως από το πόσα ακίνητα θα κάνουν την επανεμφάνισή τους στις ψηφιακές πλατφόρμες τύπου Airbnb, το βέβαιο είναι ότι η αγορά θα είναι πιο ανταγωνιστική και κυρίως πιο επαγγελματική. Αλλωστε, οι εταιρείες που εκμεταλλεύονται ή διαχειρίζονται πολλαπλά ακίνητα κερδίζουν συνεχώς μερίδιο αγοράς. Με βάση τα στοιχεία της AirDNA, το 2014 όσοι διαχειρίζονταν πάνω από 21 ακίνητα κατείχαν μερίδιο της τάξεως του 14% στο σύνολο των εισοδημάτων από ενοίκια. Το μερίδιο αυτό ενισχύεται σταθερά έκτοτε, αγγίζοντας το 21% το 2020. Ακόμα και σήμερα, βέβαια, όσοι διαχειρίζονται μέχρι πέντε ακίνητα αποτελούν τη «μερίδα του λέοντος» της ελληνικής αγοράς, ελέγχοντας μερίδιο της τάξεως του 63%.
Οσον αφορά την πορεία του κλάδου το 2021, υπάρχει συγκρατημένη αισιοδοξία για σημαντική ενίσχυση των κρατήσεων, ώστε να προσεγγίσουν τουλάχιστον το 50% του επιπέδου πληρότητας του 2019. Ηδη, με βάση τον όγκο των κρατήσεων που έχουν γίνει για τους θερινούς μήνες του 2021, η εικόνα είναι σχεδόν ίδια με αυτή του 2020. Ωστόσο, όσο προχωράει το πρόγραμμα των εμβολιασμών σε όλες τις χώρες και έρχεται πιο κοντά χρονικά η επιστροφή προς την κανονικότητα, αναμένεται σημαντική ενίσχυση και του αριθμού των κρατήσεων.