Κατειλημμένες οι κλίνες στα νοσοκομεία Παπανικολάου, ΑΧΕΠΑ και «Αγιος Δημήτριος»
Τις τελευταίες δύο ημέρες, η Θεσσαλονίκη καταγράφει περίπου 100 λιγότερα ημερήσια κρούσματα από την Αττική, παρά τα τουλάχιστον 2 εκατομμύρια πληθυσμού που χωρίζουν τις δύο περιφέρειες. Ο αριθμός είναι ανησυχητικός, ειδικά μετά το περασμένο φθινόπωρο κατά το οποίο η Θεσσαλονίκη έφτασε στα όριά της λόγω του υπέρογκου αριθμού κρουσμάτων στη Βόρεια Ελλάδα. Την Τετάρτη, ο υπουργός Υγείας Θάνος Πλεύρης και η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας Μίνα Γκάγκα μετέβησαν στη Θεσσαλονίκη για μία «προληπτική», όπως είπε ο υπουργός, επίσκεψη – «για να προλάβουμε τα δεδομένα», δήλωσε, τονίζοντας πως δεν τίθεται θέμα επιπλέον μέτρων στη συμπρωτεύουσα. Η επιδημιολογική κατάσταση στην πόλη, όμως, δεν είναι ιδιαιτέρως ενθαρρυντική – τα κρούσματα είναι πολλά, τα δύο πρώτα σχολικά τμήματα των οποίων η λειτουργία ανεστάλη λόγω κρουσμάτων βρίσκονται στη Θεσσαλονίκη, οι ΜΕΘ κορωνοϊού των νοσοκομείων της πόλης είναι γεμάτες. «Πίστευα ότι τα πράγματα θα ήταν καλύτερα», λέει στην «Κ» η διευθύντρια της ΜΕΘ στο ΑΧΕΠΑ Ελένη Γκέκα, «αλλά δυστυχώς δεν είναι».
«Χθες εφημερεύαμε και είχαμε έλλειψη κλινών, στείλαμε και περιστατικά εκτός νοσοκομείου», αναφέρει στην «Κ» η Μηλίτσα Μπιτζάνη, διευθύντρια της Α΄ ΜΕΘ στο νοσοκομείο Παπανικολάου, τονίζοντας πως και οι 22 κλίνες ΜΕΘ για περιστατικά κορωνοϊού είναι κατειλημμένες, όπως και οι 15 κλίνες ΜΕΘ στο ΑΧΕΠΑ, και οι 8 στον «Αγιο Δημήτριο», σύμφωνα με τις διευθύντριες των διαφορετικών μονάδων. Η κ. Μπιτζάνη τονίζει ότι τα περιστατικά που χρειάζονται διασωλήνωση τώρα είναι πιο βαριά από ό,τι στα προηγούμενα κύματα. «Μένουν πολύ καιρό στη μονάδα, το λιγότερο που θα μείνει ένα περιστατικό σε ΜΕΘ είναι 20 μέρες», αναφέρει, γεγονός που έχει παρατηρήσει και η Γλυκερία Βλαχογιάννη, διευθύντρια ΜΕΘ του νοσοκομείου «Αγιος Δημήτριος» στη Θεσσαλονίκη. «Αυτοί οι ασθενείς μένουν για αρκετό χρονικό διάστημα διασωληνωμένοι, δεν βγαίνουν εύκολα αυτά τα περιστατικά και τα περισσότερα καταλήγουν», λέει στην «Κ» η κ. Βλαχογιάννη. Και οι τρεις διευθύντριες ΜΕΘ τονίζουν πως η τεράστια πλειοψηφία των διασωληνωμένων είναι ανεμβολίαστοι, κάθε μία αναφέρει πως στην κλινική της έχει μόνο έναν εμβολιασμένο, με σοβαρά προβλήματα υγείας. Σύμφωνα με την κ. Βλαχογιάννη, η αύξηση των περιστατικών για διασωλήνωση ξεκίνησε στο τέλος της προηγούμενης εβδομάδας – «από την Παρασκευή γεμίσαμε», τονίζει, «θα τρελαθούμε αν συνεχίσουμε με αυτόν τον ρυθμό, δεν θα αντέξουμε άλλο».
Στη ΜΕΘ του Παπανικολάου, αυτή τη στιγμή βρίσκεται διασωληνωμένος και ένας 20χρονος ανεμβολίαστος ασθενής. Στο Ιπποκράτειο, όπου και οι 15 κλίνες ΜΕΘ είναι κατειλημμένες από ανεμβολίαστους ασθενείς, νοσηλεύονται εκτός ΜΕΘ 70 ενήλικοι ασθενείς και 8 παιδιά από 9 χρόνων και κάτω, σύμφωνα με πηγές. Η κ. Βλαχογιάννη τονίζει πως το θέμα των παιδιών απασχολεί πολύ. «Νοσηλεύονται πολλά παιδάκια πια», εκτός ΜΕΘ, «κάτι το οποίο δεν είχαμε στο προηγούμενο κύμα – όσο υπάρχει αυτή η τρέλα των αρνητών, ο ιός συνεχίζει τα παιχνίδια του, αν κλιμακωθεί κι άλλο θα έχουμε πρόβλημα», δηλώνει, τονίζοντας πως τέτοια εποχή πέρυσι τα πράγματα ήταν σχετικά ήσυχα. Επειτα από 19 μήνες πανδημίας, οι αντοχές υγειονομικών έχουν ξεπεραστεί, όπως και η ψυχραιμία τους. «Μας τρομάζει που έχει μείνει τόσος κόσμος ανεμβολίαστος, δεν ξέρω αν θα αντέξουμε», λέει η κ. Γκέκα. «Ακούς από συγγενείς ότι ο διασωληνωμένος ασθενής δεν εμβολιάστηκε γιατί δεν πρόλαβε, γιατί περίμενε», αναφέρει, «τι περίμενε, δεν ξέρω».
Η κ. Μπιτζάνη ξεκαθαρίζει πως είναι αυτονόητο ότι ως γιατροί περιθάλπουν όλους τους ασθενείς με τον ίδιο τρόπο – σε ένα ανθρώπινο επίπεδο όμως, το γεγονός πως η άρνηση του εμβολιασμού οδηγεί σε διασωληνώσεις και σε καταστάσεις οριακές που δυνητικά θα είχαν αποφευχθεί, τους προκαλεί δυσφορία. «Την αισθάνεσαι την οργή, λες έλεος, δεν υπάρχουν αντοχές», δηλώνει. Μπορεί να είναι πλέον πιο εξοικειωμένοι με τα περιστατικά COVID, όμως το μόνο που εύχονται είναι να μην ξαναζήσουν την κατάσταση του Νοεμβρίου. «Περιμένουμε να γίνει το θαύμα», λέει η κ. Βλαχογιάννη, «έχει σκοτώσει τόσο κόσμο, πόσο άλλο να πάρει;». «Μακάρι να σταματήσει αυτό», αναφέρει στην «Κ», «πραγματικά δεν αντέχουμε άλλο».