Παρασκευή 26.04.2024
More

    «Το τριώδιο στα Γιάννενα του χθες»

    Στην άλλοτε μικρή και γραφική πόλη μας, πριν ακόμη εισβάλλει ο ”πολιτισμός” και η τεχνολογική εξέλιξη, πριν το κέρδος υποκαταστήσει την ποιότητα και ωραιότητα των θαυμαστών κήπων, των μικρών γραφικών δρόμων της πόλης και των πλατειών όπου αναβίωναν για εκατοντάδες χρόνια ακόμη και στην φριχτή τουρκική σκλαβιά τα έθιμα και οι παραδόσεις τη φυλής μας και ιδιαίτερα τα τοπικά έθιμα των Απόκρεω της Αποκριάς αποκαλούμενης από τους Γιαννιώτες που ήταν στενά συνυφασμένη με την τελευταία Κυριακή πριν από την Τεσσαρακοστή Κυριακή που όλοι φτωχοί και πλούσιοι, οικογενειάρχες και ”μπεκιάρηδες” (ανύπαντροι), γευόταν κάθε είδος κρέατος.

    Ημέρα κατ’ εξοχήν της κρεοφαγίας και της τυρόπιτας λίγο πριν των Παθών και της Αναστάσεως του Κυρίου. Λαογραφικά οι Απόκριες διασώζουν ακόμη και στις μέρες μας, παρά την εισβολή ξενόφερτων ηθών και εθίμων της Αποκριάς από την μακρυνή Βραζιλία και τις χώρες της Ευρώπης, τα πατροπαράδοτα έθιμα τα οποία όλοι βιώσαμε στην παιδική μας ηλικία και τα οποία μας ακολουθούν και μας συντροφεύουν τί και άν πέρασαν πολλά πολλά χρόνια από τότε.

    Η εθιμολογία των Απόκρεω στην πόλη μας συνδέεται άρρηκτα με τις φωτιές (τζαμάλες) που άναβαν το βράδυ της τελευταίας Κυριακής της Αποκριάς και κρατούσαν μέχρι την Δευτέρα τα ξημερώματα και που σήμερα επεκτείνεται το άναμμά της μέχρι πρωία της Τρίτης για λόγους παράτασης της διασκέδασης και του κεφιού.

    Μικροί και μεγάλοι συγκεντρώνονταν γύρω από τις φωτιές με ξεχωριστή ο καθένας μεταμφίεση αφού όλη την ημέρα γυρνούσαν την πόλη με χαρές και με τραγούδια κυρίως αποκριάτικα με έντονο τον σαρκασμό και με πειράγματα πρός όλους μετά από τις επισκέψεις στα σπίτια και στις γειτονιές.

    Κύριο χαρακτηριστικό του έθιμου της Αποκριάς που έχει τις ρίζες του στα Ρωμαϊκά χρόνια ήταν η ξέφρενη άνευ αιδούς πολλές φορές διασκέδαση, με πρώτιστο χαρακτηριστικό το γλέντι. Κύρια μεταμφίεση οι γαμπροί και οι νύφες, οι αλλαγές φύλου ως πρός την εμφάνιση και όχι βέβαια ως προς την… πεποίθηση όπως σήμερα συμβαίνει, αλλά και ένα πλήθος άλλων μεταμφιέσεων με απλά ποικολόχρωμα ρουχα και με ειδικές στολές που πολλές φορές για να τις ετοιμάσουν, οι ρέκτες του είδους, έκαναν πολλούς μήνες.

    Οι μεταμφιέσεις αυτές ήταν χειροποίητες, έργα νοικοκυρών που με τη φαντασία τους παρουσίαζαν όλα τα επαγγέλματα από μια άλλη οπτική, κωμική και ξεκαρδιστική πολλές φορές εμφάνιση, επιστημόνων, γιατρών, δικηγόρων, καθηγητών, ιερωμένων, χωρικών και ανθρώπων με σωματικά προβλήματα τα οποία ετόνιζαν οι υποδυόμενοι ”μασκαράδες” με ξεχωριστή πειστικότητα.

    Ολόκληρη η μέρα της τελευταίας Κυριακής ήταν αφιερωμένη στο χορό, στο τραγούδι και στα πειράγματα αλλά και στο πατροπαράδοτο ”γαϊτανάκι” του οποίου άντρες και γυναίκες της γειτονιάς προσπαθούσαν να πλέξουν τις κορδέλλες τις πολύχρωμες στον ιστό που τοποθετούσαν σε κεντρικό σημείο της πλατείας κάθε γειτονιάς.

    Τα ξύλα για τις φωτιές το βράδυ της Κυριακής δεν τα παραχωρούσε βέβαια τα χρόνια εκείνα η Δημοτική αρχή, αλλά οι πιτσιρικάδες κάθε γειτονιάς που επισκέπτονταν τα σπίτια και προμηθεύονταν ξύλα και παλιά έπιπλα άχρηστα καιόμενα είδη και βέβαια από επιθέσεις στο δάσος και στα περίχωρα όπου εμάζευαν όσα ξύλα και κούτσουρα βρίσκοταν καταγής, από τις χειμερινές μπόρες.

    Τα ”μπουλούκια” των μασκαράδων γυρνούσαν από γειτονιά σε γειτονιά με γεμάτες τις τσέπες χαρτοπόλεμο και σερπατίνες που πολλές φορές κατασκευάζονταν ”οίκοι” και ”ιδίαις δαπάναις” από παλαιά τετράδια που υπομονετικά έκοβαν με το τρυπητήρι το γνωστό σε όλους ”διακορευτή”.

    Το άναμμα της φωτιάς ήταν πραγματική ιεροτελεστία αφού μετά την προεργασία, που ήταν το σκάψιμο μιάς μεγάλης λακούβας, την τοποθέτηση μέσα σε αυτή ξηρά χόρτα και μικρά και λεπτά ξυλάκια, τα ”τσάκνα” και μετά πιο πάνω τα λίγα πιο χοντρά για να καταλήξει η πυραμίδα των ξυλων στα κούτσουρα.

    Γύρω από αυτές τις φωτιές που υποκαθιστούσαν την βραδυά της Αποκριάς το ελλειπέστατο σε θέρμανση μαγκάλι με τα κάρβουνα στο σπίτι, ήταν ότι έπρεπε για μικρούς και μεγάλους η ζεστή ατμόσφαιρα γύρω από την φωτιά, το γλέντι, ο χορός και το τραγούδι και τα ποτά που έρρεαν άφθονα την βραδυά αυτή αποκλειστικό προνόμιο των μεγάλων έως πολύ μεγάλων γειτόνων και περαστικών την κρύα Αποκριάτικη νύχτα.

    Μεγάλος συναγωνισμός μεταξύ των γειτόνων της πόλης που διατηρείται μέχρι τις μέρες μας  και η άμιλλα για την καλύτερη και πλουσιώτερη φωτιά αλλά και αυτήν που προσείλανε περισσότερο κόσμο, με βραβεία και έπαθλα που συνίσταντο κυρίως σε μία ”εύφημο μνεία” που ικανοποιούσε τους διοργανωτές και ανέβαζε τις μετοχές της γειτονιάς για ένα ολόκληρο χρόνο.

    Τα Γιάννενα, στην πόλη μας συνέπιπτε περισσότερες φορές η γιορτή της Αποκριάς με τις γιορτές της απελευθερώσεως της πόλεως από τους Τούρκους που γιορτάζεται στις 21 Φεβρουαρίου. Τα γλέντια της Αποκριάς έσμιγαν με την πατριωτική έξαρση και τα αποκριάτικα τραγούδια με το γλυκό τραγούδι της λευτεριάς ”Τα πήραμε τα Γιάννενα…”. ‘Αλλωστε οι εποχές εκείνες ήταν πολύ κοντά στην απελευθέρωση και οι περισσότεροι των κατοίκων έζησαν και βίωσαν την μαύρη σκλαβιά και την δουλεία.

    Οι ονομαστές σε όλη την Ελλάδα φωτιές της Αποκριάς των Ιωαννίνων ήταν πόλος έλξεως όλων των Γιαννιτών αλλά και σήμερα πολλών επισκεπτών από όλα τα μέρη της Ελλάδος. Οι φημισμένοι μαχαλάδες του Κάστρου, του Κουρμανιού, της Σιαράβας, της Καλούτσιανης, της Καραβατιάς, των Ζευγαριών, της Λούτσας και του Πλατάνου έδιναν όψη παραμυθένια στην πόλη. Αποκριάτικο τραγούδι έδιναν και έπαιρναν όπως ο ”Χαραλάμπης”, ”Ξύλα για τις Απόκριες…”, ”Πώς στουμπίζουν το πιπέρι…” κ.α.

    Τα χόρευαν γύρω από τις φωτιές οι μασκαρεμένοι άνδρες και γυναίκες κρύβοντας τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους με μαντήλια,με μάσκες και με γανώματα που τους έκαναν αγνώριστους ακόμη και στους στενούς συγγενείς τους.

    Τα ξημερώματα της Καθαράς Δευτέρας σε πολλές συνοικίες αλλά και στα σπίτια επκρατούσε το έθιμο του σφιχτοβρασμένου αυγού που δενόταν σε ένα σπάγγο και αφού το βούταγαν στο γιαούρτι το περιέφεραν σαν θυμιατήρι κοντά στα ανοιχτά στόματα όσων μετά την κρασοκατάνυξη ήταν σε θέση να το αρπάξουν. Όλη την νύχτα της Αποκριάς κανένας δεν κοιμόταν.

    Όλοι στο γλέντι και στον χορό, όλη στην κραιπάλη της Αποκριάς όλοι στο γλεντοκόπι που γινόταν με ”έξω καρδιά” και χωρίς παρεξηγήσεις μια φορά τον χρόνο, όλοι μαζί οι Γιαννιώτες σαν ένας άνθρωπος αγαπημένοι, γλεντούσαν σύμφωνα με πατροπαράδοτα, γνήσιοι απόγονοι παλαιών Γιαννιωτών που σήμερα δυστυχώς έχουν μείνει ελάχιστοι αφού στην πόλη των Γραμμάτων κατέκλυσαν ξένοι οι οποίοι από μακρού χρόνου πολιτογραφήθηκαν Γιαννώτες και κατά δήλωσή τους κατάγονται από την πόλη αυτή και την διοικούν.

    Την Καθαρά Δευτέρα όλα τελείωναν. Οι φωτιές αφήνονταν να σβήσουν. Οι χοροί σταματούσαν. Τα υπολείμματα του γλεντιού οι σαρπατίνες και οι χαρτοπόλεμοι περίμεναν τον οδοκαθαριστή που περνούσε την άλλη μέρα με το κάρο και μάζευε τις στάχτες.

    Άρχιζε η περίοδος της Μεγάλης Σαρακοστής. Κανένας την εποχή εκείνη μικρός ή μεγάλος δεν διενοείτο να αρτηθεί. Η νηστεία ήταν μία πραγματικότητα και όποιος την παρέβαινε ένοιωθε τύψεις και ενοχές.

    Σήμερα δυστυχώς δεν μπορεί να γίνει λόγος για νηστεία και… προσευχή. Ακόμη και η μεγάλη Παρασκευή είναι για πολλούς μία ημέρα που τρώγονται τα πάντα ακόμη και τα ψητά τα οποία κάποιοι τηρώντας τα προσχήματα, βαπτίζουν νηστίσιμα.-

    Του Βασ. Π. Κονιτσιώτη

    ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ

    ΔΗΜΟΦΙΛΗ