Άλατα και κλιματική αλλαγή οι μεγάλοι καταστροφείς του ιρακινού πολιτισμού
Η Μεσοποταμία, η γη μεταξύ δύο ποταμών στο σύγχρονο Ιράκ, είναι πλούσια σε άλατα που υπάρχουν φυσικά στο έδαφος και τον υπόγειο υδροφορέα.
Σε κείμενα σφηνοειδούς γραφής υπάρχουν αναφορές για το επάγγελμα του συλλέκτη αλατιού και περιγραφές της χρήσης του στα πάντα – από τη συντήρηση του φαγητού έως την υγειονομική φροντίδα και τις τελετουργίες. Υπάρχει ακόμη και μια παροιμία των Σουμέριων που έλεγε πως οι βασικές ανάγκες τής ζωής είναι το ψωμί και τ’αλάτι.
Η αλατότητα εδάφους μπορεί να αποδειχτεί χρήσιμη για τους αρχαιολόγους σε κάποιες περιπτώσεις, αλλά και καταστροφικό. Σύμφωνα με τον γαιοαρχαιολόγο Τζααφάρ Τζοθέρι, τα άλατα που χαρακτηρίζει «επιθετικά» καταστρέφουν τα αρχαιολογικά μνημεία, «καταστρέφουν τα τούβλα, τις πλάκες με τη σφηνοειδή γραφή, καταστρέφουν τα πάντα».
Η καταστροφική δύναμη τού άλατος μεγαλώνει καθώς οι συγκεντρώσεις αυξάνονται, εν μέσω λειψυδρίας που έχουν προκαλέσει τόσο η κατασκευή φραγμάτων από Τουρκία και Ιράν, όσο και τα χρόνια κακοδιαχείρισης των υδάτινων πόρων στο Ιράκ.
«Η περιεκτικότητα σε άλατα του ποταμού Σατ αλ-Αράμπ άρχισε να αυξάνεται τη δεκαετία του 1990» εξηγεί ο Αχμάντα Χαμντάν, πολιτικής μηχανικός που μελετά την ποιότητα υδάτων στα ποτάμια του Ιράκ. Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις του, η ποιότητα νερού στον Σατ αλ-Αράμπ -σχηματισμένο από τη συμβολή των Τίγρη και Ευφράτη- κάθε χρόνο αποδεικνύεται κακή ή πολύ κακή, ιδίως το 2018, χρονιά που το υφάλμυρο νερό οδήγησε τουλάχιστον 118.000 ανθρώπους στα νοσοκομεία, στη νότια επαρχία της Βασόρας.
Η κλιματική κρίση είναι άλλο ένα πρόβλημα. Το Ιράκ γίνεται όλο και πιο ζεστό και με μεγαλύτερη ξηρασία. Σύμφωνα με εκτιμήσεις των Ηνωμένων Εθνών, η ετήσια θερμοκρασία θα έχει αυξηθεί έως το 2050 κατά δύο βαθμούς κελσίου, με περισσότερες μέρες ακραίας ζέστης άνω των 50C, υπερδιπλάσιες αμμοθύελλες (από 120 σε περίπου 300) και μείωση των ετήσιων βροχοπτώσεων κατά 17%.
«Φανταστείτε τα επόμενα δέκα χρόνια, τα περισσότερα μνημεία μας θα είναι κάτω από αλατόνερο» λέει ο Τζοθέρι, καθηγητής αρχαιολογίας στο πανεπιστήμιο Al-Qadisiyah και συνεπικεφαλής του ιρακο-βρετανικού δικτύου Nahrein που διερευνά και καταγράφει την ιρακινή κληρονομιά. Ο ίδιος άρχισε να παρατηρεί φθορά σε αρχαιολογικά σημεία από άλατα πριν από περίπου μια δεκαετία.
Ένα σημείο που παρουσιάζει σημαντική φθορά είναι η Βαβυλώνα, πρωτεύουσα του Βαβυλωνιακού κράτους, μνημείο σήμερα παγκόσμιας κληρονομίας από την Unesco, όπου ένα στιλπνό στρώμα αλάτων καλύπτει τα λασπότουβλα, ηλικίας 2.600 ετών.
Στο ναό τής Ιστάρ δε, της θεάς της αγάπης και του πολέμου για τους Σουμέριους, η βάση των τοιχωμάτων του είναι υπό κατάρρευση. Στα βάθη του λεπτού τοίχου, τα άλατα συγκεντρώνονται μέχρι που κρυσταλλοποιούνται, προκαλώντας ρωγμές και διάλυση των τούβλων.
Άλλες περιοχές μεγάλης αρχαιολογικής σπουδαιότητας που απειλούνται, είναι η Σαμάρα, επίσης στα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της Unesco, αλλά και η Umm al-Aqarib.
Φέτος, το Ιράκ έχασε ένα μέρος από την πολιτιστική κληρονομιά του. Στην άκρη της ερήμου, περίπου 150 χιλιόμετρα από τη Βαβυλώνα, βρίσκεται μια έκταση αλατιού που κάποτε ήταν η λίμνη Sawa, της οποίας τα νερά φιλοξενούσαν τουλάχιστον 31 είδη πτηνών.
Πλέον είναι παντελώς ξηρή, εξαιτίας της υπερεκμετάλλευσης του νερού της από τις γύρω φάρμες και της κλιματικής αλλαγής.
Με πληροφορίες από Guardian