Οι νέες επενδύσεις και το Ταμείο Ανάκαμψης μπορεί να παίξουν κρίσιμο ρόλο στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια.
Οι επενδύσεις στη χώρα αυξήθηκαν, κατά 30% περίπου, τη διετία 2021-2022, συγκριτικά με το 2019 και αναμένεται πολύ μεγαλύτερη αύξηση κατά το χρονικό διάστημα 2023-2025, με τη συμβολή του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ).
Η εκτίμηση αυτή έγινε από τον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών, Θόδωρος Σκυλακάκη, στην ομιλία του στην εκδήλωση για τις «Ευκαιρίες και Προοπτικές του “Ελλάδα 2.0”», το απόγευμα της Δευτέρας, που διοργανώθηκε από το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας, σε συνεργασία με το Υπουργείο Οικονομικών και την Ειδική Υπηρεσία Συντονισμού Ταμείου Ανάκαμψης.
Πρακτικά αυτό σημαίνει – όπως εξήγησε – ότι η χώρα αντιμετωπίζει, με επιτυχία, το βασικό πρόβλημα του επενδυτικού κενού.
Επισήμανε πως «…έχουμε μπροστά μας τις επενδύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης, οι οποίες μπορούν, κυριολεκτικά, να αλλάξουν την πορεία της χώρας», για να προσθέσει ότι η μεγάλη διαφορά του, από άλλα χρηματοδοτικά εργαλεία, είναι ο στόχος για κινητοποίηση πολλαπλάσιων πόρων από αυτούς που θα λάβει η Ελλάδα από το Ταμείου.
«Μας αντιστοιχούν, περίπου, 30 δισ. ευρώ (χωρίς το REPowerEU) και επιδιώκουμε να κινητοποιήσουμε 60 δισ. ευρώ. Κάτι που αρχίζει να συμβαίνει», δήλωσε ο ίδιος.
Τα δάνεια
Ειδικά για το εργαλείο των δανείων του Ταμείου, ανέφερε ότι έχουν κατατεθεί επενδυτικά σχέδια, συνολικού ύψους που προσεγγίζει τα 8,5 δισ. ευρώ, που κινητοποιούνται με 3,5 δισ. ευρώ, περίπου, από το ΤΑΑ. Το ίδιο ισχύει – αλλά σε μικρότερο βαθμό – και για το εργαλείο των επιδοτήσεων του Ταμείου.
Παραδείγματος χάριν, στον αγροδιατροφικό τομέα θα μπορέσουν να ξεκινήσουν επενδύσεις, μέσα στους πρώτους μήνες του 2023, οι οποίες με περίπου 500 εκατ. ευρώ συνολική επιδότηση από το ΤΑΑ, θα κινητοποιήσουν πόρους που προσεγγίζουν το 1 δισ. ευρώ. Το δε φαρμακευτικό clawback έχει, ήδη, κινητοποιήσει επενδυτικά σχέδια άνω των 500 εκατ. ευρώ (σχεδόν τα μισά χρήματα προέρχονται από το ΤΑΑ).
Ο κ. Σκυλακάκης παρέθεσε και μερικά από τα βασικά χαρακτηριστικά των δανείων του ΤΑΑ, που τα καθιστούν ιδανική επιλογή για κάθε ενδιαφερόμενη επιχείρηση που διαθέτει τραπεζικό προφίλ.
Πρώτον, κύριο χαρακτηριστικό αυτού του εργαλείου είναι η ταχύτητα. Όλη η διαδικασία «τρέχει» ηλεκτρονικά, χωρίς να απαιτείται κρατική παρέμβαση (π.χ. υπογραφή Υπουργού, δημοσίου υπαλλήλου κ.λπ.). Ο μέσος χρόνος έγκρισης κάθε επενδυτικού σχεδίου είναι οι 2,5 μήνες και εκτιμάται πως θα ελαττωθεί όσο τα τραπεζικά στελέχη και οι αξιολογητές των σχεδίων θα εξοικειώνονται με τη διαδικασία.
Δεύτερον, είναι ένα αναπτυξιακό εργαλείο, που επιτρέπει τον απόλυτο συγχρονισμό της επενδυτικής απόφασης, με την επιδότηση (μέσω του χαμηλού επιτοκίου) και τη χρηματοδότηση. Μάλιστα, υπάρχει η δυνατότητα συνδυασμού των δανείων με τον Αναπτυξιακό νόμο και με άλλα επενδυτικά εργαλεία. Τρίτον, προβλέπεται δυνατότητα ενίσχυσης δαπανών κεφαλαίου κίνησης και marketing (έως 30%, αθροιστικά, των επιλέξιμων δαπανών του επενδυτικού σχεδίου). Τέταρτον, τα επιτόκια δανεισμού είναι εξαιρετικά ευνοϊκά (0,35% για τις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις και 1% για τις μεσαίες και μεγάλες).
Κλειδί για το παραγωγικό μοντέλο
Ο κ. Σκυλακάκης τόνισε πώς η αύξηση των επενδύσεων είναι ένα από τα «κλειδιά» στην προσπάθεια της κυβέρνησης για αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, που έχει αρχίσει να συντελείται.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ο στόχος για την εν λόγω αλλαγή – που αποτελεί θέμα συζήτησης πολλών ετών – δεν είναι κάτι σύνθετο, αλλά κάτι πολύ συγκεκριμένο. «Η ελληνική οικονομία πρέπει να πάει από το εσωστρεφές, το καταναλωτικό, το “γκρίζο” και μη παραγωγικό, στην εξωστρέφεια, στις επενδύσεις, σε μεγέθυνση της “άσπρης” οικονομίας και σε αύξηση της παραγωγικότητας. Αυτή είναι η αλλαγή του οικονομικού μοντέλου. Είναι σαφές πως κομμάτι αυτής της αλλαγής πρέπει να είναι και ο εκσυγχρονισμός όλων των κρατικών λειτουργιών», είπε, συμπληρώνοντας πως η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου συμβαίνει ήδη, σε ένα βαθμό.
«Έχουμε αύξηση των επενδύσεων, μεγάλη αύξηση των εξαγωγών, των ηλεκτρονικών συναλλαγών (αποτέλεσμα της πανδημίας, αλλά και των κινήτρων που έδωσε η Κυβέρνηση) και σημαντική μακροχρόνια αύξηση της παραγωγικότητας. Αυτό με κάνει αισιόδοξο για το μέλλον», υπογράμμισε ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών.
Εκτίμησε, ακόμη, πως η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, μέσα στο 2023, θα φέρει κύμα επενδύσεων «που θα το βιώσουμε σε όλα τα επίπεδα της οικονομίας και θα επηρεάσει κάθε μεγέθους και είδους επιχείρηση. Θα έχουμε τη δυνατότητα να χαράξουμε έναν τελείως διαφορετικό δρόμο, από ό,τι είχε συμβεί στις τελευταίες δεκαετίες. Αυτή τη φορά η αλλαγή μπορεί να είναι διαρκείας, καθώς θα έχει ως βάση ένα στέρεο παραγωγικό μοντέλο».
Η διαχείριση κρίσεων
Σε σχέση με το οικονομικό κλίμα, σημείωσε πως η Κυβέρνηση βρέθηκε στη δύσκολη θέση της διαχείρισης τριών κρίσεων (πανδημία, ενεργειακή, τουρκική επιθετικότητα), το μέγεθος των οποίων ήταν πρωτοφανές, ιστορικά. Και παρά τις αντιξοότητες, «η οικονομία μας είναι σε πολύ καλύτερη θέση από ό,τι την παραλάβαμε» από την προηγούμενη κυβέρνηση, πρόσθεσε ο κ. Σκυλακάκης.
Ανέφερε πως, σήμερα, η χώρα έχει θεαματικά μικρότερη ανεργία, χαμηλότερη φορολογία (π.χ. φόρος εισοδήματος, ΕΝΦΙΑ, ασφαλιστικές εισφορές, έμμεσοι φόροι κ.λπ.), μικρότερο δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ (υπολογίζεται ότι θα διαμορφωθεί σε 169,1% ως ποσοστό του ΑΕΠ στο τέλος του 2022), σε σχέση με το 2018 (186,4% ως ποσοστό του ΑΕΠ). Επίσης, έχει πολύ ταχύτερο ρυθμό ανάπτυξης, χάρη στα πραγματικά κίνητρα που δόθηκαν στην οικονομία για επενδύσεις και παραγωγή.
Ο κ. Σκυλακάκης εξήγησε πως η άνοδος των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου κόστισαν στο ΑΕΠ περίπου 6 δισ. ευρώ (3% του ΑΕΠ). «Αυτό σημαίνει ότι αν επρόκειτο να έχουμε 0% ανάπτυξη το 2022, με την είσοδο στην ενεργειακή κρίση θα είχαμε μείωση 3% του ΑΕΠ. Αντ’ αυτού, η Επιτροπή προβλέπει 6% ανάπτυξη. Που σημαίνει πως χωρίς την ενεργειακή κρίση θα είχαμε μία πρωτοφανή ανάπτυξη», επισήμανε ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών.
Παρεμβάσεις
Ο πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, Κωνσταντίνος Κόλλιας στην παρέμβασή του, αναφέρθηκε στη σημασία των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, διαβεβαιώνοντας ότι το ΟΕΕ «θα είναι σύμμαχος και αρωγός στην προσπάθεια διάχυσης των πόρων που επιχειρούν να αλλάξουν το παραγωγικό μοντέλο της ελληνικής οικονομίας».
Στην εισήγησή του, ο Δρ. Παναγιώτης Πρόντζας, αναφέρθηκε με παραδείγματα στα οφέλη που μπορούν να προκύψουν από τα εργαλεία που προσφέρει το Ταμείο Ανάκαμψης ενώ στη συνέχεια έγιναν ερωτήσεις του κοινού που απαντήθηκαν διεξοδικά από τον υπουργό.
Χαιρετισμό στην εκδήλωση απηύθυναν ο Περιφερειάρχης Ηπείρου Αλέξανδρος Καχριμάνης και ο Δήμαρχος Ιωαννίνων Μωυσής Ελισάφ, όπως επίσης και ο Πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ηπείρου Δημήτρης Λάμπρου ο οποίος αναφέρθηκε στις αναπτυξιακές προοπτικές της περιοχής και στην ανάγκη στήριξής της.
Το συντονισμό της εκδήλωσης είχε η δημοσιογράφος Έλενα Στάμου.
Ο Στ. Καλογιάννης
Σε δήλωσή του, ο βουλευτής Σταύρος Καλογιάννης που παραβρέθηκε, αναφέρει:
«Ο οικονομικός αντίκτυπος του πολέμου στην Ουκρανία και κυρίως οι επιπτώσεις από την πανδημία και την αύξηση των τιμών της ενέργειας, αποτελούν τις μεγάλες προκλήσεις της εποχής μας. Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας παρέχει ένα ισχυρό πλαίσιο για την αντιμετώπισή τους, συνδυάζοντας επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις πρωτόγνωρες για τα ελληνικά δεδομένα.
Για την Ελλάδα, τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης συνολικού ύψους 30,1 δις ευρώ, αποτελούν μοναδική ευκαιρία για ουσιαστική μεταρρύθμιση σε τομείς αιχμής, όπως η πράσινη και η ψηφιακή μετάβαση, ο οικονομικός και θεσμικός μετασχηματισμός, η ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, ενώ οι όροι που θέτει το Ταμείο για τις ιδιωτικές επενδύσεις είναι εξαιρετικά ευνοϊκοί.
Καθώς τα χρονικά περιθώρια υλοποίησης των έργων και δράσεων του Ταμείου είναι πολύ πιεστικά, πρέπει η αξιοποίηση των πόρων του να γίνει με σχέδιο, μεγάλη ταχύτητα και διαφάνεια. Ως Πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής και συνεργαζόμενος στενά με τον κ. Σκυλακάκη, όπως και με το σύνολο της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Οικονομικών, μπορώ να βεβαιώσω ότι αυτό το τρίπτυχο καλύπτεται στο ακέραιο.
Μέσα σε ένα κλίμα συνεχιζόμενης διεθνούς αβεβαιότητας, πρέπει να διερευνήσουμε τρόπους ώστε ο Μηχανισμός Ανάκαμψης να καταστεί ένα σταθερό θεσμικό όργανο, ένα μόνιμο χρηματοδοτικό εργαλείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πρέπει όλοι να εργαστούμε προς αυτήν την κατεύθυνση».
Επιμέλεια ΦΙΛΗΜΩΝ ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΣ