Ο Μάρτιος του 2024 ήταν ο πιο θερμός Μάρτιος που έχει καταγραφεί ποτέ στον κόσμο και εγγράφτηκε στη σειρά ρεκόρ υψηλών θερμοκρασιών που διαδέχονται το ένα το άλλο τους τελευταίους δέκα μήνες, ανακοίνωσε σήμερα το ευρωπαϊκό παρατηρητήριο Copernicus, κάνοντας επίσης λόγο για νέο μηνιαίο απόλυτο ρεκόρ θερμοκρασιών στις θάλασσες της υφηλίου.
Με το νέο ρεκόρ υψηλής θερμοκρασίας που καταγράφτηκε τον Μάρτιο, οι τελευταίοι δώδεκα μήνες ήταν οι πιο θερμοί που έχουν καταγραφτεί ποτέ στην υφήλιο, 1,58° Κελσίου πάνω από τη μέση θερμοκρασία στον πλανήτη τον 19ο αιώνα, προτού αρχίσουν να γίνονται αισθητές οι συνέπειες της καύσης ορυκτών καυσίμων, της αποψίλωσης των δασών, της εντατικοποίησης της γεωργίας.
Συνεχίζοντας την αδιάλειπτη σειρά δέκα μηνιαίων ρεκόρ, ο Μάρτιος του 2024 χτυπάει νέο καμπανάκι, έπειτα από τη χρονιά που η ανθρωπογενής υπερθέρμανση του πλανήτη, την οποία επέτεινε το φαινόμενο Ελ Νίνιο, πολλαπλασίασε τις φυσικές καταστροφές, την ώρα που η ανθρωπότητα δεν έχει ακόμα μειώσει όσο εκτιμάται ότι είναι απαραίτητο τις εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου.
Το όριο του 1,5° Κελσίου
Μπορεί ο Ιούλιος του 2023 να ήταν ο πιο θερμός μήνας που έχει καταγραφτεί ποτέ στην ιστορία της υφηλίου, ωστόσο όλοι οι μήνες από τον Ιούνιο και μετά έσπασαν ιστορικά ρεκόρ.
Ο Μάρτιος συνέχισε το ανησυχητικό σερί, με μέση θερμοκρασία 1,68° Κελσίου υψηλότερη από οποιονδήποτε φυσιολογικό Μάρτιο της προβιομηχανικής εποχής (1850-1900), τονίζει σήμερα η υπηρεσία για την κλιματική αλλαγή (C3S) του ευρωπαϊκού παρατηρητηρίου Copernicus.
Τους τελευταίους δώδεκα μήνες, η θερμοκρασία του πλανήτη ήταν 1,58° Κελσίου υψηλότερη σε σύγκριση με την προβιομηχανική εποχή, με άλλα λόγια υπερέβη το όριο του 1,5° Κελσίου που τέθηκε με τη συμφωνία του Παρισιού.
Ωστόσο, αυτή η ανωμαλία θα έπρεπε να διαρκέσει κατά μέσον όρο «τουλάχιστον 20 χρόνια» για να θεωρηθεί ότι το παγκόσμιο κλίμα έχει αλλάξει, ότι το όριο αυτό έχει ξεπεραστεί, ότι δεν πρόκειται για ετήσια διακύμανση, σημειώνει το C3S.
Όμως «είμαστε εξαιρετικά κοντά σε αυτό το όριο και έχουμε δανεικό χρόνο», είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο η Σαμάνθα Μπέρτζες, η υποδιευθύντρια της υπηρεσίας.
Απόλυτο ρεκόρ στους ωκεανούς
Έχει πλέον συμπληρωθεί πάνω από ένας χρόνος που η θερμοκρασία των ωκεανών, ρυθμιστών μείζονος σημασίας του κλίματος της Γης, καθώς καλύπτουν πάνω από το 70% της επιφάνειάς της, σπάνε όλα τα ρεκόρ στα χρονικά. Τον Μάρτιο του 2024 μάλιστα καταγράφτηκε νέο απόλυτο ρεκόρ, 21,07° Κελσίου στην επιφάνεια των θαλασσών (εξαιρουμένων μόνο των ζωνών που βρίσκονται κοντά στους πόλους), από το παρατηρητήριο Κοπέρνικος.
«Αυτό είναι απίστευτα ασυνήθιστο», συνοψίζει η Σαμάνθα Μπέρτζες. Η υπερθέρμανση αυτή όχι μόνο απειλεί για τις θαλάσσιες μορφές ζωής, αλλά προκαλεί περισσότερη υγρασία στην ατμόσφαιρα, με άλλα λόγια πιο ασταθείς μετεωρολογικές συνθήκες — σφοδρούς ανέμους, καταρρακτώδεις βροχές…
Μειώνει επίσης την απορρόφηση των αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου από τις θάλασσες, δεξαμενές διοξειδίου του άνθρακα, που γενικά αποθηκεύουν το 90% της θερμότητας που προκαλείται από την ανθρώπινη δραστηριότητα.
Ξηρασίες και πλημμύρες
«Όσο περισσότερο θερμαίνεται η ατμόσφαιρα παγκοσμίως, τόσο περισσότερα θα είναι τα ακραία φαινόμενα, τόσο περισσότερο σφοδρά, έντονα», κατά την επιστήμονα, που αναμένει «κύματα καύσωνα, ξηρασίες, πλημμύρες, δασικές πυρκαγιές».
Πρόσφατες ενδείξεις: η λειψυδρία στο Βιετνάμ, στην Καταλονία, στην υποσαχάρια Αφρική. Μετά το Μαλάουι και τη Ζάμπια, 2,7 εκατ. άνθρωποι απειλούνται από λιμό στη Ζιμπάμπουε, όπου κηρύχθηκε κατάσταση εθνικής καταστροφής. Ενώ η Μπογοτά επέβαλε δελτίο στο πόσιμο νερό και ο φόβος πως οι πολίτες θα αντιμετωπίσουν ελλείψεις απασχολεί την προεκλογική εκστρατεία στο Μεξικό.
Την άλλη όψη του νομίσματος βιώνουν η Ρωσία, η Βραζιλία και η Γαλλία, χώρες που επλήγησαν από ιστορικές πλημμύρες. Το κατά πόσο κάθε τέτοιο φαινόμενο οφείλεται άμεσα στην κλιματική αλλαγή μένει να αποδειχθεί από τους επιστήμονες. Ωστόσο είναι διαπιστωμένο πως η υπερθέρμανση του πλανήτη, επιτείνοντας την εξαέρωση και αυξάνοντας την υγρασία στην ατμόσφαιρα, χειροτερεύει την ένταση πολλών τέτοιων επεισοδίων.
Τέλος του Ελ Νίνιο, όχι (ακόμα) ρεκόρ
Από τον Ιούνιο, οι παγκόσμιες μετεωρολογικές συνθήκες επηρεάζονται επιπλέον από το φυσικό φαινόμενο Ελ Νίνιο, συνώνυμο υψηλότερων θερμοκρασιών. Έφθασε στην κορύφωσή του τον Δεκέμβριο, όμως μένει ακόμα να μεταφραστεί σε θερμοκρασίες υψηλότερες του φυσιολογικού μέχρι και τον Μάιο, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό (ΠΜΟ).
Σύμφωνα με την ίδια πηγή, υπάρχουν πιθανότητες το αντίστροφο φαινόμενο, το Λα Νίνια, να εκδηλωθεί «αργότερα φέτος», έπειτα από ουδέτερες συνθήκες (ούτε το ένα ούτε το άλλο) την περίοδο Απριλίου-Ιουνίου.
Θα πρέπει να αναμένονται κι άλλα ρεκόρ τους επόμενους μήνες; «Αν συνεχίσουμε να βλέπουμε τόση ζέστη στην επιφάνεια των ωκεανών (…) είναι πολύ πιθανό», προειδοποιεί η κυρία Μπέρτζες.
Επιτάχυνση;
Ξεπερνούν τα ρεκόρ αυτά τις προβλέψεις; Το ζήτημα απασχολεί έντονα τους κλιματολόγους έπειτα από το 2023, χρονιά εκτός κανόνων, την πιο θερμή που καταγράφτηκε ποτέ. «Μπορούμε να εξηγήσουμε» την αύξηση της θερμοκρασίας «κατά μεγάλο μέρος», αλλά «όχι εξ ολοκλήρου», αναγνωρίζει η κυρία Μπέρτζες.
«Το 2023 βρισκόταν μέσα στο φάσμα των προβλέψεων των κλιματικών μοντέλων, αλλά στ’ αλήθεια στο όριό του», μακριά από τον μέσο όρο, προσθέτει με ανησυχία.
Αυξανόμενες εκπομπές
Η συγκέντρωση στην ατμόσφαιρα διοξειδίου του άνθρακα (CO2), μεθανίου και μονοξειδίου του αζώτου —των τριών κυριότερων αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου και εκλύονται εξαιτίας της ανθρώπινης δραστηριότητας— αυξήθηκαν κι άλλο το 2023, σύμφωνα με εκτιμήσεις της αμερικανικής υπηρεσίας παρατήρησης των ωκεανών και της ατμόσφαιρας (NOAA), που δημοσιοποιήθηκαν την Παρασκευή.
Η συγκέντρωση CO2 έφθασε κατά μέσο όρο τα 419,3 μέρη ανά εκατομμύριο (ppm) το 2023, με άλλα λόγια αυξήθηκε κατά 2,8 ppm σε σύγκριση με το 2022.
Σύμφωνα με το πρόγραμμα Carbon Monitor, ωστόσο, οι παγκόσμιες εκλύσεις CO2 το 2023 δεν αυξήθηκαν παρά κατά 0,1% σε σχέση με το 2022, φθάνοντας τους 35,8 γιγατόνους.
Αν και αυτές οι εκτιμήσεις αφήνουν να εννοηθεί πως οι ανθρωπογενείς εκπομπές πιθανόν έχουν επιπεδοποιηθεί, αποτελούν ωστόσο «το 10% από το 66,7% του προϋπολογισμού του διοξειδίου του άνθρακα που απομένει για να περιοριστεί η αύξηση της θερμοκρασίας (του πλανήτη) στον 1,5° Κελσίου», τόνισαν οι συγγραφείς.
Πηγή ΑΠΕ-ΜΠΕ