Το πιο δύσκολο που έχουμε να αντιμετωπίσουμε αυτές τις μέρες, δεν είναι η ανησυχία και ο φόβος της ασθένειας, αλλά το τείχος που σηκώνει το άγνωστο για το μέλλον.
Γι’ αυτό και είναι τόσα πολλά τα σενάρια και οι προβλέψεις. Γιατί στην πραγματικότητα, ενδείξεις για το τι θα γίνει την επόμενη μέρα δεν υπάρχουν, ενώ και η ίδια αυτή «μέρα» δεν προσδιορίζεται και τόσο εύκολα.
Είναι ανοιχτή η συζήτηση για το αν και κατά πόσο θα πρέπει να διατηρηθούν τα μέτρα περιορισμού που προτείνουν οι ειδικοί. Τα μέτρα, τα οποία τηρούνται από τη συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων έχουν ένα χαρακτηριστικό που τα καθιστά μοναδικά: Δεν έχουν εναλλακτική. Οι περιορισμοί στις μετακινήσεις είναι το πιο δόκιμο και λειτουργικό μέτρο που έχει λάβει η χώρα και το πιο αποδοτικό όπως φαίνεται από το αποτέλεσμα. Και ταιριάζει και με τις δυνατότητες που έχει η κρατική μηχανή και το σύστημα υγείας, ενώ φαίνεται ότι ταιριάζει και με τους Έλληνες οι οποίοι αποδεικνύονται σώφρονες και μετρημένοι.
Γιατί έχει σημασία να τονίζεται αυτό το ταίριασμα των μέτρων με την κοινωνία; Γιατί έχει σημασία αυτό το χώνεμα, αυτή η συμπερίληψη των περιορισμών και της καραντίνας με τη ζωή μας γενικότερα. Ξέρουμε τι γίνεται στην Ελλάδα και με βάση αυτή τη γνώση πορευόμαστε. Αν ζούσαμε στη Σουηδία ή τις ΗΠΑ ίσως να σκεφτόμασταν αλλιώς, αλλά δεν ζούμε. Αυτό που βλέπουμε συνεπώς να συμβαίνει είναι ένας συνδυασμός των προτάσεων των ειδικών, με τη βούληση του κράτους και της κυβέρνησης και την κοινωνική συναίνεση. Πρόκειται για ένα τρίπτυχο όχι και τόσο συνηθισμένο που αποδίδει και ίσως να πρέπει να εξετάσουμε πώς θα το αξιοποιήσουμε και στο μέλλον, έναντι νέων προκλήσεων, πιο θετικών από τις σημερινές.