Για την πορεία της επιχείρησης «Ελευθερία» και τα εμβόλια μίλησε σήμερα Νίκος Τζανάκης Καθ. Πνευμονολογίας, αντιπρόεδρος Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρεία.
Σε πρόσφατη έρευνα της διαΝΕΟσις διαπιστώθηκε ότι οι Έλληνες πολίτες εμπιστεύονται σε μεγάλο βαθμό τα εμβόλια, χωρίς να φαίνεται ότι υπάρχει υπολογίσιμη μερίδα αρνητών. Οι προβληματισμοί που εκφράζουν έχουν να κάνουν με το εμβόλιο της AstraZeneca, και τις παρενέργειες που μπορεί να προκληθούν. Υπάρχει βέβαια μερίδα ανθρώπων που συνεχίζουν να υφαίνουν θεωρίες συνωμοσίας συνδέοντας το εμβόλιο με κάθε λογής παρενέργειες. Ο κ. Τζανάκης σχολιάζοντας σχετικά στο Mega μίλησε για την ανάγκη να βρεθεί μια «λογική διασύνδεσης, ιατρικά αποδεκτή λογική» και φάνηκε ανήσυχος με το ποσοστό όσων αρνούνται ή διστάζουν να κάνουν το εμβόλιο.
Αναφορικά με την πορεία του εμβολιαστικού προγράμματος στην Ελλάδα, ανέφερε ότι έχοντας φτάσει κοντά στο 50% του πληθυσμού αρχίζει να υπάρχει μεγαλύτερος προβληματισμός. Συγκεκριμένα τόνισε ότι: «Υπάρχει ένα πισωγύρισμα σε όλα τα εμβόλια. Μετά το 50% θέλω να πω την προθυμία να εμβολιαστούμε, άρχισε να πέφτει το ποσοστό. Έχουν εμβολιαστεί οι πρόθυμοι, κι έρχεται η σειρά αυτών που το σκέφτονται. Σε λίγο θα πιάσουμε αυτούς που δεν θέλουν. Η εικόνα που παρατηρούμε είναι ότι στο AstraZeneca έχουμε καθυστερήσεις. Όσοι έχουν κάνει την πρώτη δόση και δεν είχαν παρενέργειες δεν θα έχουν κανένα πρόβλημα με τη δεύτερη».
Τα στοιχεία της διαΝΕΟσις για τα εμβόλια και τους αρνητές
Η αποδοχή των εμβολίων, δε, σε όλες τις ηλικίες, σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες, σε όλες τις εισοδηματικές κατηγορίες, σε όλα τα επαγγέλματα και σε όλες τις περιοχές της χώρας εξακολουθεί να βρίσκεται σε εξαιρετικά υψηλά ποσοστά. Το 14,3% των Ελλήνων που τον Δεκέμβριο του 2020 απαντούσαν στο αν θα εμβολιαστούν με “σίγουρα όχι” πλέον έχει συρρικνωθεί στο 6,2%. Το 13,1% που έλεγαν “μάλλον όχι” είναι πλέον 4,8%. Αυτοί που πλέον απαντούν “σίγουρα ναι” και “μάλλον ναι”, μαζί με αυτούς που έχουν εμβολιαστεί ήδη, φτάνουν το 87% του δείγματος. Έχει ενδιαφέρον το ότι στις ηλικίες 65+, για τις οποίες η πρόσβαση σε ραντεβού έχει ανοίξει εδώ και πολλές εβδομάδες, και στις οποίες το ποσοστό των ανεμβολίαστων παραμένει γύρω στο 30%, η μεγάλη πλειοψηφία των ανεμβολίαστων (το 66% αυτών) δηλώνουν ότι “σίγουρα ναι”, θα εμβολιαστούν.
Γενικά πρόκειται για μια εντελώς διαφορετική εικόνα από τον Σεπτέμβριο του 2020, όταν μόνο το 49,5% των Ελλήνων δήλωναν ότι σκοπεύουν να εμβολιαστούν κατά του νέου κορωνοϊού, όταν γίνουν διαθέσιμα τα εμβόλια. Τα θεαματικά αποτελέσματα των κλινικών δοκιμών, καθώς και η έως τώρα πορεία των εμβολιασμών (την περίοδο που έγινε η έρευνα πάνω από 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι παγκοσμίως είχαν εμβολιαστεί) έχουν αλλάξει εντελώς τη στάση των Ελλήνων απέναντι στη διαδικασία.
Όσοι δεν είχαν παρενέργειες στην πρώτη δόση, δεν θα έχουν πρόβλημα με τη δεύτερη
«Ο οργανισμός αυτός έχει κάποια ιδιαιτερότητα που δεν γνωρίζουμε. Υπάρχει κάποια ευαισθησία γενετικά καθορισμένη», είπε, μιλώντας για τις παρενέργειες που προκαλούν τα εμβόλια. «Η Εθνική Επιτροπή εμβολιασμού να αναπτύξει κάποιες πρακτικές για να ανατρέψουν το κλίμα. Να μπούμε στα παπούτσια όσων σκέφτονται να εμβολιαστούν. Δεν μπορούμε να μιλάμε με ξύλινη γλώσσα του επιστημονικού λόγου. Η διαδικασία έχει αποκτήσει μια επικοινωνιακή συνιστώσα που πρέπει να ληφθεί υπόψιν», πρόσθεσε.
Για τα περιστατικά έρπητα ζωστήρα που εμφανίστηκαν μετά από εμβόλιο ανέφερε: «Ο έρπης ζωστήρας σε απίθανους αριθμούς περίπου έξι στο εκατομμύριο μπορεί να προκληθεί ή να αναζωπυρωθεί από οποιοδήποτε εμβόλιο. Ο οργανισμός αναστατώνεται. Πάνω από τα 50, όλοι πρέπει να έχουμε κάνει εμβόλιο για έρπητα ζωστήρα».
Ερωτηθείς για την πιθανότητα να προκληθεί κάποιο αυτοάνοσο νόσημα μετά τον εμβολιασμό, τόνισε: «Για κάθε ίωση και λοίμωξη υπάρχουν θεωρίες για αυτοάνοσους μηχανισμούς στον άνθρωπο που κάποια στιγμή ίσως συνδέονται με νόσηση. Δεν έχει παρατηρηθεί κάτι τέτοιο, δεν είναι αποδεδειγμένο».
Για την πιθανότητα τρίτης δόσης, ανέφερε: «Γίνονται μελέτες στους ανθρώπους που συμμετείχαν στις κλινικές δοκιμές. Συζητάται να συγκεντρωθούν όλοι και να παρατηρηθεί τι κάνουν από πλευράς ανοσίας αυτή τη στιγμή. Να παρατηρήσουμε πώς αρρωσταίνουν.
Είναι τελείως διαφορετικές ιώσεις. Φέτος δεν εμφανίστηκε το στέλεχος της γρίπης λόγω των μέτρων. Δεν είναι καθόλου κακό, αν τυχόν ο κορωνοϊός καταστεί ενδημικός, κάποιες ομάδες να εμβολιάζονται, όπως και με τη γρίπη. Αυτό είναι ένα σενάριο πολύ πιθανό».
«Έρχονται άνθρωποι που έχουν νοσήσει το έχουν περάσει εύκολα και εμφανίζουν παθολογία στον πνεύμονα. Δεν είναι καθόλου καλή ιδέα να περάσουμε ακόμα και ασυμπτωματικά τη νόσο αυτή», πρόσθεσε.
«Ο οργανισμός αυτός έχει κάποια ιδιαιτερότητα που δεν γνωρίζουμε. Υπάρχει κάποια ευαισθησία γενετικά καθορισμένη. Η Εθνική Επιτροπή εμβολιασμού να αναπτύξει κάποιες πρακτικές για να ανατρέψουν το κλίμα. Δεν μπορούμε να μιλάμε με ξύλινη γλώσσα του επιστημονικού λόγου. Η διαδικασία έχει αποκτήσει μια επικοινωνιακή συνιστώσα που πρέπει να ληφθεί υπόψιν».