Η ζωή γίνεται αβίωτη σε κοινότητες που εξαρτώνται από τον κλιματισμό.
Η θερμότερη πόλη των ΗΠΑ θα γινόταν θανάσιμα ζεστή σε περίπτωση που ένας καύσωνας συνοδευόταν από πολυήμερο μπλακάουτ, υπολογίζει νέα μελέτη, με τους ερευνητές να προειδοποιούν ότι κανένα μέτρο για τη μείωση του θερμικού φορτίου δεν θα επαρκούσε εν μέσω κλιματικής αλλαγής.
Περίπου ο μισός πληθυσμός του Φίνιξ στην Αριζόνα θα κατέληγε στα τμήματα επειγόντων περιστατικών, εκτιμά η μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Environmental Science and Technology.
Σχεδόν το ίδιο δραματική θα ήταν η κατάσταση και σε άλλες θερμές πόλεις όπως η Ατλάντα και το Ντιτρόιτ, έδειξαν οι προσομοιώσεις.
Χτισμένο στη μέση της ερήμου Σονόρα, το Φίνιξ των 1,6 εκατομμυρίων κατοίκων είναι η θερμότερη αμερικανική πόλη και η πόλη με τη μεγαλύτερη ηλιοφάνεια σε παγκόσμιο επίπεδο.
Για πολλούς μήνες τον χρόνο η ζωή θα ήταν αβίωτη χωρίς κλιματιστικά, τα οποία όμως θα μπορούσαν να σταματήσουν να λειτουργούν σε περιόδους μεγάλης ζήτησης όπως οι καύσωνες.
Στην περίπτωση του Φίνιξ, η ανάλυση βασίστηκε στο σενάριο ενός καύσωνα των 45 βαθμών Κελσίου που συνδυάζεται με διήμερη διακοπή της ηλεκτροδότησης και σταδιακή επαναφορά τις επόμενες ημέρες.
Σε αυτή την περίπτωση, περίπου 790.000 άνθρωποι θα κατέληγαν στο στα επείγοντα με θερμοπληξία και άλλα προβλήματα υγείας που συνδέονται με τον καύσωνα. Τα 3.000 διαθέσιμα κρεβάτια δεν θα επαρκούσαν και σχεδόν 13.000 άτομα θα πέθαιναν, εκτιμούν οι ερευνητές.
«Θα το περιέγραφα ως τον μεγαλύτερο κλιματικό κίνδυνο που μπορούμε να φανταστούμε» σχολίασε στους New York Times ο Μπράιαν Στόουν του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Τζόρτζια, επικεφαλής της μελέτης.
Η ομάδα του χρησιμοποίησε μαθηματικά μοντέλα για να συγκρίνουν τις θερμοκρασίες στις οποίες θα εκτίθεντο οι κάτοικοι αν η ηλεκτροδότηση συνεχιζόταν ή διακοπτόταν στη διάρκεια κύματος ζέστης.
Οι ερευνητές εκτίμησαν τις θερμοκρασίες στο εσωτερικό διαφόρων κτηρίων και χρησιμοποίησαν δεδομένα του υπουργείου Εργασίας για να υπολογίσουν πόσο χρόνο θα περνούσαν οι κάτοικοι σε εσωτερικούς ή εξωτερικούς χώρους ανάλογα με την ηλικία, το φύλο το επάγγελμα και το εισόδημά τους.
Στην Ατλάντα, μια πολυήμερη διακοπή ηλεκτροδότησης σε μέρες καύσωνα θα έστελνε στα επείγοντα 11.600 κατοίκους ή το 3% του πληθυσμού. Οι 2.000 διαθέσιμες κλίνες δεν κρεβάτια δεν θα επαρκούσαν και έξι άνθρωποι θα πέθαιναν. Σε ένα ανάλογο περιστατικό στο Ντιτρόιτ, ο απολογισμός θα έφτανε τους 216 νεκρούς.
Οι ερευνητές αναγνωρίζουν ότι η μελέτη πάσχει από ορισμένες αδυναμίες, καθώς για παράδειγμα πολλοί κάτοικοι θα εγκατέλειπαν την πόλη και οι δημοτικές αρχές θα άνοιγαν κλιματιζόμενους χώρους με γεννήτριες.
Μέτρα άμυνας εξάλλου υπάρχουν: αν οι τρεις πόλεις φύτευαν αρκετά δέντρα για καλύψουν στη σκιά τους μισούς δρόμους, οι θάνατοι θα μειώνονταν κατά 14% στην Ατλάντα, 19% στο Ντιτρόιτ και 27% στο Φίνιξ.
Καθώς όμως η κλιματική αλλαγή αυξάνει τη συχνότητα, τη διάρκεια και την ένταση των κυμάτων καύσωνα, η μελέτη εκτιμά ότι οι θάνατοι θα αυξάνονταν περισσότερο.