Παρασκευή 22.11.2024
More

    Πέθανε ο Θάνος Μικρούτσικος

    Ο σημαντικός Έλληνας συνθέτης Θάνος Μικρούτσικος πέθανε σε ηλικία 72 ετών, μετά από μακρά μάχη με τον καρκίνο. 

    Σύμφωνα με όσα έγιναν γνωστά, ο Θάνος Μικρούτσικος πέθανε από καρδιοαναπνευστική ανακοπή ενώ τους τελευταίους μήνες νοσηλευόταν στο νοσοκομείο Metropolitan και δεν είχε κρύψει την κατάσταση της υγείας του. «Ενάμιση μήνα τώρα βρίσκομαι σ’ ένα δωμάτιο του νοσοκομείου παλεύοντας μ’ ένα ανόητο πυρετό που επιμένει» έγραφε στο Facebook στις 8 Δεκεμβρίου.

    Από το 2017 είχε υποβληθεί σε μία σειρά εξετάσεων και επεμβάσεων σε Ελλάδα και Βρετανία, χωρίς να χάνει την ελπίδα του. «Σας γράφω σήμερα γιατί αισθάνομαι πιο δυνατός κι είμαι σίγουρος ότι θα σας συναντήσω σύντομα. “Το ζήτημα δεν είναι να είσαι αιχμάλωτος. Το να μην παραδίνεσαι, αυτό είναι” που λέει και ο αγαπημένος μου Χικμέτ» έγραφε τότε ο εμβληματικός μουσουργός, κάνοντας αναφορά σε έναν από τους αναρίθμητους ποιητές που είχε μελοποιήσει.

    Ο Θάνος Μικρούτσικος ήταν από τους σημαντικότερους συνθέτες της νεότερης ελληνικής μουσικής σκηνής με τεράστια προσφορά στην πολιτιστική κληρονομιά των τελευταίων 50 χρόνων.

    Γεννημένος στις 13 Απριλίου 1947 στην Πάτρα, άρχισε από πολύ νωρίς να ασχολείται με τη μουσική από πολύ μικρή ηλικία σπουδάζοντας πιάνο, θεωρία και αρμονία στο Ελληνικό Ωδείο και στη Φιλαρμονική Εταιρεία Πατρών. Ακολούθησαν οι σπουδές και η αποφοίτησή του από το μαθηματικό τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ παράλληλα μελέτησε αρμονία, αντίστιξη, φούγκα και σύνθεση με τον καθηγητή-συνθέτη Γ.Α. Παπαϊωάννου.

    Άρχισε να συνθέτει από την εφηβική ηλικία, αλλά επίσημα εμφανίστηκε στη δισκογραφία το 1975 με τον δίσκο «Πολιτικά Τραγούδια» το 1975, μελοποιώντας τραγούδια του Τούρκου αριστερού ποιητή Ναζίμ Χικμέτ και του Γερμανού αντικομφορμιστή κομμουνιστή Βολφ Μπίρμαν. Τα μελοποιημένα ποιήματα ήταν η βασική κατεύθυνση που ακολούθησε και τα αμέσως επόμενα χρόνια και ακολουθώντας μιας στρατευμένη πορεία ως δημιουργός μελοποίησε Γιάννη Ρίτσο, Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι, Μάνο Ελευθερίου, Μπέρτολτ Μπρεχτ και άλλους. Οι δίσκοι του «Καντάτα για τη Μακρόνησο», «Φουέντε Οβεχούνα», «Τροπάρια για Φονιάδες», «Μουσική πράξη στον Μπρεχτ», είναι χαρακτηριστικοί του ριζοσπαστικού κλίματος των πρώτων μεταπολιτευτικών χρόνων. Ειδικά στην «Καντάτα για τη Μακρόνησο» όπου τραγουδάει η Μαρία Δημητριάδου, ένα έργο πρωτοποριακό για την εποχή του, ο συνθέτης πειραματίζεται πάνω στην ατονική μουσική γνωρίζοντας διακρίσεις σε διεθνή φεστιβάλ.

    Ο «Σταυρός του Νότου» που ακολούθησε, με τραγούδια σε ποίηση του Νίκου Καββαδία, είναι ένας δίσκος-σταθμός για την ελληνική μουσική και ένας από τους πιο αγαπημένους δίσκους της καριέρας του. Στον «Σταυρό του Νότου» ανοίγεται σε ευρύτερη τραγουδιστική θεματική, υπηρετώντας παράλληλα το θέατρο, καθώς και την ηλεκτρονική και ατονική μουσική. Με την ίδια αγάπη πάντα για τον έμμετρο λόγο συνεχίζει να μελοποιεί Γιάννη Ρίτσο, Άλκη Αλκαίο, Κώστα Τριπολίτη, Φρανσουά Βιγιόν, Κωνσταντίνο Καβάφη και άλλους. Επίσης, έγραψε και παρουσίασε την όπερα «Ελένη» και μελοποίησε παραμύθια.   Συνεργάστηκε με κορυφαίες ερμηνεύτριες όπως η Μαρία Δημητριάδη, η Χάρις Αλεξίου και η Ιταλίδα Μίλβα, αλλά και μεγάλους ερμηνευτές όπως ο Μανώλης Μητσιάς, Δημήτρης Μητροπάνος, Βασίλης Παπακωνσταντίνου, Χρήστος Θηβαίος, Γιάννης Κούτρας και πολλούς ακόμα.

    Ασχολήθηκε με όλα σχεδόν τα είδη της μουσικής. Έγραψε όπερες, συμφωνική μουσική, μουσική δωματίου, μουσική για το θέατρο και τον κινηματογράφο, πειραματική μουσική.

    Παράλληλα ένα μεγάλο μέρος της δουλειάς του κινείται στο χώρο του έντεχνου ελληνικού τραγουδιού με εκατοντάδες τραγούδια σε στίχους Ελλήνων και ξένων ποιητών. Η μουσική που αφήνει είναι τεράστια και σε αξία και σε όγκο δουλειάς: Ηχογράφησε δεκάδες LP και CD συνεργαζόμενος με τις δισκογραφικές εταιρίες EMI- Classics, Blue Note, Polydor, Sony (CBS), Minos- Emi, Agora, Lyra, HMV, Legend, Legend Classics κ.α.

    Συνεργάστηκε με πολλούς Έλληνες και ξένους σκηνοθέτες γράφοντας μουσική για δεκάδες θεατρικά έργα, τα οποία έχουν παρουσιαστεί σε ολόκληρο τον κόσμο (Ελλάδα, Βέλγιο, Γαλλία, Αγγλία, Ιταλία, Η.Π.Α., Ελβετία, Γερμανία, Ρουμανία, Αυστραλία κ.α.). Επίσης, έχει σκηνοθέτησε τρία έργα στο χώρο του μουσικού θεάτρου.

    Κατά τη διάρκεια της καριέρας του έδωσε εκατοντάδες συναυλίες και το έργο του αναγνωρίστηκε στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Συμμετείχε ή παίχτηκαν έργα του σε πολλά διεθνή φεστιβάλ μουσικής (Λονδίνο, Γλασκόβη, Εδιμβούργο, Παρίσι, Λίλλη, Λυών, Ρενς, Μονπελλιέ, Βρυξέλλες, Λιέγη, Γενεύη, Λοζάννη, Βαρκελώνη, Μαδρίτη, Βερόνα, Φλωρεντία, Βερολίνο, Δρέσδη, Λειψία, Βιέννη, Κωνσταντινούπολη, Βουδαπέστη, Βουκουρέστι, Κωστάντζα, Νόργουιτς, Λουϊζιάνα, Σικάγο, Χονγκ Κόνγκ, Μπουρζ, Μιλάνο, Λισσαβόνα, Άγκυρα, Μοντεβίδεο, Μπουένος Άιρες, Σάο Πάολο, Κάιρο κ.α.)

    Στη διάρκεια της καριέρας του κατόρθωσε να ελευθερώσει τη μορφή του ελληνικού τραγουδιού, προσθέτοντας στοιχεία από την νεοτεριστική και κλασσικιστική δυτικοευρωπαϊκή παράδοση, ενώ πειραματίστηκε με την μίξη τονικών και ατονικών στοιχείων και τη μορφική παραλλαγή.   Το 2002 τιμήθηκε για τη μουσική του στο θέατρο με το βραβείο «Δημήτρης Μητρόπουλος» από το Κέντρο Μελέτης και Έρευνας του Ελληνικού Θεάτρου (Θεατρικό Μουσείο).

    Εκτός από μέλος της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών, ήταν ιδρυτής και καλλιτεχνικός διευθυντής του Διεθνούς Φεστιβάλ Πάτρας από το 1986 ως το 1990 κι επίσης διετέλεσε Καλλιτεχνικός διευθυντής του Μουσικού Αναλογίου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (1990-1993), Αναπληρωτής Υπουργός Πολιτισμού (1993-1994), Υπουργός Πολιτισμού (1994-1996), Πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Ελληνικού Φεστιβάλ (Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, 1998-1999), Σύμβουλος διοίκησης για τα πολιτιστικά στην Οργανωτική Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων «Αθήνα 2004» (2002-2004), Καλλιτεχνικός διευθυντής του Οργανισμού «Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης – Πάτρα 2006» (2003-2005).

    Για το έργο του στην πολιτιστική διαχείριση, καθώς και τη μουσική του δραστηριότητα, έγινε επίτιμος δημότης σε πολλές πόλεις της Ελλάδος. Το 1996 παντρεύτηκε τη Μαρία Παπαγιάννη. Ήταν πάντα ένα έντονα πολιτικοποιημένο άτομο, δηλώνοντας μαρξιστής. Για ένα διάστημα είχε ενταχθεί και στο Κομμμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, από το οποίο τελικά αποχώρησε το 1982.

    Την περίοδο του λεγόμενου «βρώμικου ’89» βρέθηκε κοντά στον Ανδρέα Παπανδρέου, στηλιτεύοντας την επιλογή της ηγεσίας της Αριστεράς να συγκυβερνήσει με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, τον οποίο ο Μικρούτσικος αποκάλεσε «αρχιερέα της διαπλοκής». Στην τελευταία κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου (1993 – 1996) τοποθετήθηκε εξωκοινοβουλευτικός αναπληρωτής υπουργός Πολιτισμού το 1993, και ένα χρόνο αργότερα, το 1994, με το θάνατο της Μελίνας Μερκούρη, ανέλαβε υπουργός Πολιτισμού, αξίωμα που διατήρησε μέχρι το 1996 και τον σχηματισμό της κυβέρνησης του Κώστα Σημίτη. Στις βουλευτικές εκλογές του 2019 τοποθετήθηκε στην τελευταία τιμητική θέση του ψηφοδελτίου επικρατείας του ΚΚΕ.

    ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ

    ΔΗΜΟΦΙΛΗ