Προς τη λάθος κατεύθυνση είναι αυτή η συζήτηση που άνοιξε για την κοστολόγηση των προεκλογικών προγραμμάτων των κομμάτων. Κι αυτό γιατί κατ’αρχάς η πολιτική στις προεκλογικές περιόδους κρίνεται μόνο στην κάλπη και εγκρίνεται από τους πολίτες. Αλλιώς θα αποφάσιζαν οι υπάλληλοι του υπουργείου Οικονομικών που θα αξιολογούσαν τα προγράμματα.
Και η ιδέα να κατατίθενται τα προγράμματα για κοστολόγηση στο Γενικό Λογιστήριο του κράτους, είναι ενδεικτική του πόσο μακριά μπορεί να σε πάει όλη αυτή η συζήτηση περί λαϊκισμού. Να νομίζεις ή να κάνεις ότι νομίζεις ότι ένα πολιτικό πρόγραμμα δεν είναι παρά λογιστικές εξισώσεις και όχι βούληση, πολιτική οξυδέρκεια, πίστη στη συμμετοχή της κοινωνίας.
Φανταστείτε να είχε σκάσει η πανδημία και να έβγαινε μία κρατική υπηρεσία να έβαζε βέτο στις έκτακτες δαπάνες για τα νοσοκομεία ή τα εμβόλια γιατί δεν είχαν περιληφθεί στις προεκλογικές εξαγγελίες.
Από την άλλη, όλο και σημαντικότερα τμήματα της οικονομικής πολιτικής των ευρωπαϊκών κρατών και όχι μόνο, περνάνε σε μη αιρετά θεσμικά όργανα όπως είδαμε και στην κρίση. Ποιος μπορεί να τα βάλει με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σήμερα που αυξάνει συνέχεια τα επιτόκια για να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό; Ακούσαμε κάποια κυβέρνηση να αντιτίθεται; Και τι άραγε λένε τα κομματικά προγράμματα αυτών των κυβερνήσεων για τους οφειλέτες δανείων που βυθίζονται στο χρέος; Ή μήπως θα ήταν καλύτερο να έχει η ΕΕ έναν κοινό υπουργό Οικονομικών και έναν ενιαίο προϋπολογισμό όπως κάποιοι πρότειναν το 2010-2012;
Να που δεν είναι τόσο απλή η συζήτηση περί κοστολόγησης προγραμμάτων. Και για έναν επιπλέον λόγο: Γιατί δεν αφήνει χώρο στην ίδια την πολιτική. Πολιτικές κρίνονται στις εκλογές. Και κόμματα με ιδέες και αντιλήψεις που θέλουμε να έχουν τη δύναμη να κρίνουν σε μία δύσκολη στιγμή που δεν θα είναι εύκολο να διακρίνεις ποιος είναι ο σωστός δρόμος. Για αυτό υπάρχει η πολιτική, για να υπάρχουν ανοιχτές δυνατότητες για την υλοποίηση των ιδεών και των προτάσεων υπέρ του δημοσίου συμφέροντος.
ΦΙΛΗΜΩΝ ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΣ