Παρασκευή 29.03.2024
More

    Τι σηματοδοτεί για την Ελλάδα η νέα κυβέρνηση «φανάρι» στη Γερμανία

    Οι φιλέλληνες Πράσινοι και ο εμμονικός Λίντνερ

    Η περίφημη κυβέρνηση «φανάρι», το στοίχημα του Όλαφ Σολτς προκειμένου να αναλάβει την εξουσία μετά την αποχώρηση της Άνγκελα Μέρκελ, είναι γεγονός, και η Ευρώπη όπως και η Ελλάδα μετρούν τις ελπίδες και τους φόβους από τον νέο συνασπισμό στη Γερμανία.

    Ο αρχηγός των Σοσιαλδημοκρατών, που σμίλεψε κυριολεκτικά τον όρο «ήρεμη δύναμη» στις πρόσφατες γερμανικές εκλογές, οδηγώντας το SPD σε μια αναπάντεχη –τουλάχιστον ως τις αρχές του περασμένου καλοκαιριού– νίκη, σήκωσε τα μανίκια και κατάφερε εκείνο που επιζητούσε… Μια γρήγορη, εις βάθος και ολοκληρωμένη διαπραγμάτευση με τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους (FDP), που θα κατέληγε σε προγραμματική συμφωνία.

    Ακόμη και η προκάτοχός του, Άνγκελα Μέρκελ, δήλωνε βέβαιη πως η νέα κυβέρνηση θα έχει σχηματιστεί πριν από τα Χριστούγεννα και μάλιστα πολύ νωρίτερα από ό,τι συνέβη την προηγούμενη φορά.

    Οι λαγοί και τα… κοράκια

    Από το καπέλο του, ο Όλαφ Σολτς έβγαλε λαγούς, αλλά έβγαλε και κοράκια και, δυστυχώς, όχι περιστέρια. Ο μεγαλύτερος φόβος των Ευρωπαίων εταίρων της Γερμανίας, ο ηγέτης των Φιλελευθέρων, Κρίστιαν Λίντνερ, αναλαμβάνει το υπουργείο Οικονομικών στη νέα κυβέρνηση.

    Όπως ανακοίνωσαν πριν από λίγο οι μελλοντικοί εταίροι, το υπουργείο Οικονομικών δίδεται στο FDP, ενώ τα υπουργεία Εξωτερικών και Οικονομίας-Πολιτικής για το Κλίμα στους Πράσινους. Αντικαγκελάριος θα είναι ο συμπρόεδρος των Πρασίνων, Ρόμπερτ Χάμπεκ.

    Είναι προφανές πως τόσο οι σοσιαλδημοκράτες όσο όμως και το κόμμα των Πρασίνων τάσσονται υπέρ των επενδύσεων, ενώ ειδικά οι Γερμανοί οικολόγοι έχουν πάρει συχνά θέση υπέρ ελληνικών θέσεων στην Μπούντεσταγκ.

    Διαβάζουμε σε ανάλυση του «Guardian» πως ο τρόπος που θα λειτουργήσει αυτός ο συνασπισμός, ο πρώτος μεταξύ τριών κομμάτων στη Γερμανία μετά από 71 χρόνια, παραμένει ένα μεγάλο ερώτημα στα χείλη των Ευρωπαίων.

    Ο πραγματιστής Όλαφ Σολτς

    Ο Όλαφ Σολτς θεωρείται ενορχηστρωτής και καταλύτης για τη συμφωνία ευρωπαϊκού χρέους προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες της πανδημίας του κορωνοϊού. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Σοσιαλδημοκράτης είναι ιδιαίτερα δημοφιλής σε Παρίσι και Ρώμη, αφού πήρε αποστάσεις από την αποστειρωτική στάση της Γερμανίας εν μέσω πανδημίας.

    «Ο Σολτς δεν είναι ιδεολόγος, είναι πραγματιστής, υπέρ της σύναψης κοινού χρέους στο Ταμείο Ανάκαμψης του κορωνοϊού», δήλωνε στον βρετανικό «Guardian» η ευρωβουλευτής του κόμματος του Εμανουέλ Μακρόν, Στεφανί Γιον-Κουρτάν.

    Το δείγμα γραφής Σολτς στην περίπτωση του Ταμείου Ανάκαμψης αφήνει περιθώρια ελπίδας για την υπόλοιπη Ευρώπη, πως ίσως δούμε μια σαφή στροφή του Βερολίνου προς ευρύτερες συναινέσεις και πιο ευέλικτες πολιτικές (και οικονομικές) επιλογές.

    Η εξίσωση των δύο μικρών εταίρων

    Στην εξίσωση, ωστόσο, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και τα δύο μικρότερα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού. Από τη μία οι Πράσινοι έχουν πιέσει για ένα τεράστιο επενδυτικό πρόγραμμα για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, καθώς και για την ανανέωση των απαρχαιωμένων υποδομών της Γερμανίας.

    Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας δεσμεύτηκαν να αυξήσουν τους φόρους και να χαλαρώσουν τους δημοσιονομικούς κανόνες για το χρέος, ώστε να απελευθερωθούν χρήματα για την κάλυψη των αυξημένων δαπανών.

    Το κόμμα όμως θα καθίσει στα κυβερνητικά έδρανα πλάι στο FDP, του οποίου η «αλλεργία» στην οποιαδήποτε επιβολή φόρων είναι γνωστή και εκδηλωμένη μετ’ επιτάσεως.

    Άλλωστε, με τον αρχηγό των Φιλελευθέρων, Κρίστιαν Λίντνερ, να έχει εξασφαλίσει το υπουργείο Οικονομικών, πιθανολογείται ότι οι προτιμήσεις του θα διαμορφώσουν τη νομισματική πολιτική της νέας κυβέρνησης περισσότερο από εκείνες των Πρασίνων, σημειώνει το δημοσίευμα.

    Ο Λίντνερ κάνει «τη μισή Ευρώπη να τρέμει»

    Εξάλλου, ο φιλελεύθερος πολιτικός που αναμένεται να αναλάβει το υπουργείο Οικονομικών είναι αυτός που έχει κάνει, όπως το έθεσε το γερμανικό περιοδικό Focus, «τη μισή Ευρώπη να τρέμει στις μπότες της».

    Ο Αμερικανός νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς και ο Βρετανός καθηγητής Ιστορίας της Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, Άνταμ Τουζ, χαρακτήριζαν πριν από 20 μέρες την προοπτική ανάθεσης στον Λίντνερ του υπουργείου Οικονομικών καταστροφική. Όπως έλεγαν, οι πολιτικές λιτότητας που πρεσβεύει ξεπεράστηκαν παντού, όχι μόνο στη Γερμανία ή την Ευρώπη, από τρεις δεκαετίες κρίσεων στην οικονομία, τη γεωπολιτική και το περιβάλλον.

    Η τοποθέτηση Λίντνερ στη θέση του «τσάρου» της γερμανικής οικονομίας πρέπει να προβληματίζει, εκτός από την Αθήνα, και τις μεγαλύτερες χώρες της ΕΕ, τη Γαλλία και την Ιταλία, που πιέζουν για αλλαγή στο σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης, το οποίο θέτει αυστηρά όρια στον κρατικό δανεισμό. Αυτοί οι δημοσιονομικοί κανόνες, που προστάζουν ότι τα δημοσιονομικά ελλείμματα δεν πρέπει να υπερβαίνουν το 3% του ΑΕΠ, ανεστάλησαν στην αρχή της πανδημίας και μέχρι το τέλος του 2022.

    Το FDP, όμως, έχει τοποθετηθεί υπέρ των οκτώ βορειοευρωπαϊκών χωρών, συμπεριλαμβανομένης της Αυστρίας, της Δανίας και της Ολλανδίας, οι οποίες θα ήθελαν να επαναφέρουν τους κανόνες σε ισχύ, ίδιους και απαράλλακτους, όταν λήξει η πανδημία.

    Επιπλέον, στο μανιφέστο του, το κόμμα απορρίπτει την ιδέα της θέσπισης πρόσθετων φόρων στην ΕΕ ως «ασύμβατη με τις ευρωπαϊκές συνθήκες».

    Θα είναι όμως το FDP τόσο σκληρό στην κυβέρνηση όσο έδειχνε όταν βρισκόταν μακριά από υπουργικές καρέκλες; Αυτό είναι ακόμη δύσκολο να απαντηθεί από τους αναλυτές.

    Οι παραφωνίες Λίντνερ που έφεραν τριγμούς στην Ευρώπη

    Ο κύριος Λίντνερ είναι συνδεδεμένος στη χώρα μας με μια ιδιαίτερα επίπονη και δραματική περίοδο, εκείνη της οικονομικής κρίσης και των αλλεπάλληλων πακέτων στήριξης από την Ευρωπαϊκή Ενωση.

    Ο Κρίστιαν Λίντνερ είχε φροντίσει να δείξει την «ευρωπαϊκή αλληλεγγύη» του, υποστηρίζοντας πως η Ελλάδα θα έπρεπε να «πεταχτεί με τις κλοτσιές» από την ευρωζώνη, ενώ σε άλλη περίσταση υποστήριζε πως ο σκληροπυρηνικός Σόιμπλε ήταν πολύ μαλθακός με την Αθήνα.

    Δεν ήταν η μόνη φορά που ο εν αναμονή υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας εξέφρασε τα αντιευρωπαϊκά του αισθήματα για άλλη χώρα-μέλος της ΕΕ, υποστηρίζοντας, ανυπόστατα, πως η Γερμανία και οι Γερμανοί πολίτες πληρώνουν τα χρέη τους.

    Πριν από πέντε χρόνια προκάλεσε διπλωματικό επεισόδιο με την Ιταλία, υποστηρίζοντας πως «δεν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τις αποταμιεύσεις των Γερμανών εργαζομένων για να σώσουμε τις αποταμιεύσεις των Ιταλών».

    Φυσικά, η απρέπειά του δεν έμεινε αναπάντητη από τον πρεσβευτή της Ιταλίας στο Βερολίνο, ο οποίος υπενθύμισε στον Λίντνερ πως η χώρα του είχε συνεισφέρει και εκείνη στα πακέτα διάσωσης της ελληνικής οικονομίας, τα οποία τελικά ωφέλησαν τις γαλλικές και γερμανικές τράπεζες.

    Ο Ιταλός διπλωμάτης παρατηρούσε επίσης πικρόχολα: «Αν θυμάμαι καλά, οι Ιταλοί ήταν αυτοί που αποπλήρωσαν τα γερμανικά χρέη».

    Γιατί το FDP έχει και θα μαλακώσει περαιτέρω τις θέσεις του

    Φαίνεται, πάντως, πως, παρά τις σκληρές εξαγγελίες του, το FDP θα αναγκαστεί να βάλει νερό στο κρασί του, αν θέλει η θέση του στην εξουσία να μακροημερεύσει. Την τελευταία φορά που βρέθηκε στην κυβέρνηση πλάι στην Άνγκελα Μέρκελ και μετά τις εμμονικές του διαμάχες στη γερμανική Βουλή αναφορικά με την κρίση της ευρωζώνης, η εκλογική του δύναμη κατακρημνίστηκε κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες και δεν κατάφερε να εξασφαλίσει καν την είσοδό του στη γερμανική Βουλή.

    «Οι δύο κεντρικοί λόγοι για τους οποίους το FDP υπέφερε τόσο πολύ μετά τη συμμετοχή του στην κυβέρνηση από το 2009 έως το 2013 ήταν ότι το κόμμα δεν υλοποίησε καμία φορολογική μεταρρύθμιση και βυθίστηκε σε εσωτερικές διαμάχες σχετικά με τα αναπόφευκτα προγράμματα διάσωσης που απαιτούνταν για την αντιμετώπιση της κρίσης της ευρωζώνης» δηλώνει σήμερα ο πρόεδρος του ιδρύματος Φρίντριχ Νάουμαν, Think Tank με στενές σχέσεις με το κόμμα, Καρλ-Χάινζ Πακέ.

    Ο ίδιος υποστηρίζει, σύμφωνα με τον «Guardian», πως η ακραία φιλελεύθερη μειοψηφία εντός του κόμματος έχει έκτοτε παραγκωνιστεί, ενώ χαρακτηρίζει το FDP υπό τον Λίντνερ «πιο περιεκτικό και ρεαλιστικό».

    Μια ακόμη δικλίδα, που μπορεί να κάνει την Ευρώπη να ανασάνει, είναι πως το FDP δεσμεύεται στο πλαίσιο της συγκυβέρνησης να πετύχει συγκεκριμένους και πολύ απαιτητικούς στόχους για το κλίμα. Κι αν για την ώρα από τους Φιλελεύθερους διατυπώνεται η θέση πως κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί χωρίς αύξηση φόρων, η πραγματικότητα μάλλον θα διαψεύσει τις προθέσεις τους.

    Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά ο Κρίστιαν Όντενταλ, οικονομολόγος του Κέντρου Ευρωπαϊκής Μεταρρύθμισης, «η προσδοκία να λειτουργήσει ως φορέας αναζήτησης συναίνεσης εντός της Ευρώπης βαραίνει κάθε Γερμανό υπουργό Οικονομικών, ανεξαρτήτως κόμματος. Μπορεί να διαπιστώσουμε ότι το υπουργείο Οικονομικών θα διαμορφώσει τον Κρίστιαν Λίντνερ περισσότερο από ό,τι ο ίδιος το υπουργείο του».

    Ούριος άνεμος για την Ελλάδα με τους Πράσινους στην εξουσία

    Αξίζει, τέλος, να σημειώσουμε πως ο έτερος κυβερνητικός εταίρος, οι Πράσινοι, υπήρξαν το πιο φιλελληνικό κόμμα στη γερμανική Βουλή, κάτι που αποτυπώνει σαφώς η στάση τους σε μια σειρά από θέματα.

    Πριν από έναν χρόνο, το κόμμα ζητούσε από την απερχόμενη πια γερμανική κυβέρνηση να διακόψει την παράδοση στρατιωτικού υλικού προς την Τουρκία και να ανακληθεί η αδειοδότηση για την εξαγωγή υποβρυχίων.

    Το κόμμα των Πρασίνων είχε καταθέσει τον περασμένο Νοέμβριο σχέδιο ψηφίσματος της Γερμανικής Ομοσπονδιακής Βουλής, με το οποίο ζητείται από την κυβέρνηση να διακόψει την παράδοση στρατιωτικού υλικού προς την Τουρκία, να ανακαλέσει την αδειοδότηση για την εξαγωγή των υποβρυχίων Τ-214, να παρέμβει στο πλαίσιο της ΕΕ προκειμένου να επιβληθεί ευρωπαϊκό εμπάργκο όπλων στην Τουρκία, και να δημοσιοποιήσει την αξία των εξαγωγών στρατιωτικού υλικού προς την Τουρκία για το 2019.

    Αντίστοιχα, τον περασμένο Μάρτιο και με αφορμή την επέτειο των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση, Πράσινοι και Αριστερά έφεραν ψήφισμα με το οποίο ζητούσαν από τη γερμανική Βουλή να αναγνωρίσει, πρώτον, ότι το θέμα των κατοχικών επανορθώσεων και αποζημιώσεων παραμένει ανοιχτό και ότι η Ελλάδα ουδέποτε παραιτήθηκε από σχετικές αξιώσεις, δεύτερον, ότι είναι νομικά αμφίβολη η θέση της γερμανικής κυβέρνησης πως το όλο ζήτημα είναι λήξαν και, τρίτον, η Βουλή να απαιτήσει από την κυβέρνηση μια νέα προσέγγιση στο θέμα του κατοχικού δανείου.

    Αξίζει να σημειωθεί πως με τις ψήφους των Χριστιανοδημοκρατών (CDU), των βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών (CSU), των Σοσιαλδημοκρατών (SPD), των Φιλελευθέρων (FDP) και του κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) η γερμανική Βουλή απέρριψε τα ψηφίσματα αυτά που αφορούσαν στη γερμανική κατοχή στην Ελλάδα.

    ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ

    ΔΗΜΟΦΙΛΗ