Σχεδόν μισό… ΑΕΠ θα είναι το κόστος της πράσινης μετάβασης της Ελλάδας έως το 2030. Η εξίσωση δεν έβγαινε για την ενεργειακή μετάβαση της χώρας μας με βάση το προηγούμενο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), γεγονός που οδήγησε την κυβέρνηση να το αλλάξει, μειώνοντας δραστικά τις δαπάνες.
Ενδεικτικό είναι ότι από τα 200+ δισ. ευρώ το εκτιμώμενο κόστος της πράσινης μετάβασης της Ελλάδας υποχωρεί σε 94 δισ. ευρώ για το υπόλοιπο αυτής της δεκαετίας, με στόχο όμως να διατηρηθεί ψηλά το κλιματικό «πρόσημο» του όλου σχεδιασμού.
Ως εκ τούτου, θα γίνουν περικοπές σε τομείς όπως τα κτήρια, τα ηλεκτρικά οχήματα και πράσινα καύσιμα σαν το υδρογόνο που θεωρούνται ακόμα ανώριμα σαν τεχνολογία. Αντιθέτως, διατηρείται ψηλά το ποσοστό – στόχος για τις ΑΠΕ με σχεδόν 80% στην ηλεκτροπαραγωγή.
Συνολικά η χώρα μας προβλέπεται να ξεπεράσει τους στόχους που ζητά η Κομισιόν, ακόμη και με αυτές τις μειωμένες δαπάνες. Η μείωση των εκπομπών σε σχέση με το 1990 θα είναι της τάξης του 58,6% ως το 2030 με ορίζοντα να μηδενιστούν το 2050.
Σημαντική είναι και η πρόβλεψη του νέου ΕΣΕΚ για την πορεία των τιμών ηλεκτρισμού στη χώρα: Εκτιμάται ότι ως αποτέλεσμα της παραπάνω διείσδυσης φθηνών ΑΠΕ και αποθήκευσης, θα πέσουν αρχικά μαζί με το κόστος των δικτύων στα 140 ευρώ/MWh το 2030, ενώ στις επόμενες δεκαετίες θα υποχωρήσουν περαιτέρω στα 116 ευρώ το 2040 και κάτω από 100 το 2050.
Η λογική είναι ότι θα εξακολουθούν να υπάρχουν μονάδες φυσικού αερίου στο υπόλοιπο αυτής της δεκαετίας και την επόμενη, όμως η λειτουργία τους θα είναι περιορισμένη σε σχέση με σήμερα. Καθώς οι τιμές των δικαιωμάτων εκπομπών CO2 θα είναι υψηλότατες εκείνα τα χρόνια σε σχέση με σήμερα, πρόκειται για μονόδρομο ώστε να διατηρηθεί χαμηλά το ενεργειακό κόστος για τον καταναλωτή.
Στον αντίποδα, το μεγαλύτερο βάρος θα σηκώσουν οι ΑΠΕ μαζί με την αποθήκευση, αφού έχουν δραματικά χαμηλότερο κόστος από τις συμβατικές μονάδες. Ενδεικτικό είναι ότι ως το 2040 το 99% της ελληνικής ηλεκτροπαραγωγής θα είναι πράσινη.