Πώς θα αναχαιτίσουμε την πανδημία
Σε σύντομο χρονικό διάστημα, ώστε να ανακοπεί η πανδημία, θα πρέπει να γίνουν οι επικείμενοι μαζικοί εμβολιασμοί στη χώρα μας κατά του κορωνοϊού, σύμφωνα με τον Καθηγητή Πολιτικής της Υγείας στο LSE, Ηλία Μόσιαλο, γεγονός που καθιστά δύσκολο το εν λόγω εγχείρημα.
«Πρέπει μέσα στον Ιανουάριο και μέχρι τα μέσα Φεβρουαρίου να εμβολιαστούν όσο το δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι ανάλογα βέβαια με τις δόσεις που θα πάρει η Ελλάδα. Ξέρουμε πλέον πως τις επόμενες εβδομάδες στη χώρα μας θα έχουμε διαθεσιμότητα για να εμβολιαστούν με το εμβόλιο της Pfizer 150.000 άνθρωποι. Και σύντομα θα πρέπει να γίνει η διευκρίνηση για το αν τελικά η Ελλάδα θα πάρει δόσεις για 2,5 εκατ. άτομα από τη Pfizer και 1 εκατ. από τη Moderna και πότε θα έρθουν τα υπόλοιπα εμβόλια μέσα στο 2021», αναφέρει στο iefimerida.gr ο κ. Μόσιαλος.
Πώς θα διαπιστωθεί ποιες είναι οι ευάλωτες ομάδες
Όπως λέει, με την προϋπόθεση ότι η χώρα μας έχει εξασφαλίσει δόσεις για 3,5 εκατ. άτομα, «οι εμβολιασμοί θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι τα μέσα Μαρτίου για να μπορέσουμε να πετύχουμε μια σημαντική ανακοπή της πανδημίας». Το βασικό ζητούμενο βεβαίως είναι να εμβολιαστούν οι πιο ευάλωτοι και οι υγειονομικοί. Σε ότι αφορά στην πρώτη κατηγορία η μεγάλη δυσκολία έγκειται στο να διαπιστωθεί ποιοι ανήκουν στις ευάλωτες ομάδες. «Στην Ελλάδα δεν έχουμε την επάρκεια άλλων συστημάτων υγείας που διατηρούν ηλεκτρονικούς φακέλους ασθενών και είναι εύκολο να διαπιστώσει κανείς ποιος ανήκει σε ευάλωτες ομάδες. Επομένως θα χρειαστεί μία πολύ μεγάλη προσπάθεια για να εντοπιστούν όσοι πραγματικά έχουν ανάγκη. Θα μπορούσαν αρχικά να τεθούν ηλικιακά όρια. Υπάρχει όμως και ένας σημαντικός αριθμός συμπατριωτών μας που είναι κάτω των 60 ετών και αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας».
Σύμφωνα με τον Καθηγητή Πολιτικής της Υγείας στο LSE, η επίσημη πολιτεία και οι ειδικοί επιστήμονες θα πρέπει να είναι σε θέση να δώσουν τις απαραίτητες εξηγήσεις σε όσους πολίτες – και είναι ένα μεγάλο ποσοστό- διατηρούν εύλογες, όπως αναφέρει, επιφυλάξεις για τα εμβόλια. «Πρέπει να μιλάμε βάσει στοιχείων και με ειλικρίνεια. Σύντομα θα είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε περισσότερα στοιχεία από τις ρυθμιστικές αρχές αλλά και από τους εμβολιασμούς που γίνονται μαζικά στη Μεγάλη Βρετανία, η οποία έχει κάνει μια μεγάλη χάρη σε όλες τις υπόλοιπες χώρες. Οι εμβολιασμοί θα αρχίσουν στις υπόλοιπες χώρες ένα μήνα μετά περίπου. Επομένως από τη Μεγάλη Βρετανία και τις ΗΠΑ θα συλλέξουμε πολλά στοιχεία για τυχόν σπάνιες παρενέργειες που μπορεί να υπάρχουν ή να προκύπτουν λόγω του ιατρικού ιστορικού των εμβολιασθέντων», τονίζει ο κ. Μόσιαλος.
Δεν είναι μικρός ο αριθμός των δοκιμών -Σαν να εμβολιάστηκαν ολόκληρες πόλεις
Ο ίδιος ωστόσο σπεύδει να διευκρινίσει τον μεγάλο αριθμό των εθελοντών στις κλινικές δοκιμές τόσο της Pfizer όσο και της Moderna που εξασφαλίζουν σε μεγάλο βαθμό την ασφάλεια των εμβολίων. Όπως λέει χαρακτηριστικά: «Το εμβόλιο της Moderna στο πλαίσιο των κλινικών δοκιμών έγινε σε 30.000 άτομα και θα το λάβουν και 3.000 έφηβοι 12 έως 18 ετών το επόμενο διάστημα και το εμβόλιο της Pfizer το έλαβαν 44.000 περίπου άτομα. Είναι σαν να έχουν κάνει το εμβόλιο ολόκληρες πόλεις. Δεν είναι μικρός ο αριθμός. Οι μισοί βέβαια απ’ αυτούς πήραν το εμβόλιο αλλά αν βάλουμε μαζί και των δυο εταιρειών είναι περίπου 40.000 άτομα που έχουν εμβολιαστεί. Είναι πολύ δύσκολο να εντοπιστούν παρενέργειες που πιθανώς δεν «πιάστηκαν» στις κλινικές δοκιμές».
Τι ισχύει με τα φάρμακα
Ο κ. Μόσιαλος αναφέρεται και στο δίλημμα που τίθεται από πολλούς, αν είναι καλύτερα τα φάρμακα, όπως τα μονοκλωνικά αντισώματα, από τα εμβόλια και δηλώνει με κατηγορηματικό τρόπο: «Αυτές οι θεραπείες δεν έχει επιβεβαιωθεί ακόμα ότι λειτουργούν αποτελεσματικά. Τα δεδομένα που έχουμε είναι από μικρές μελέτες, σε αντίθεση με τα εμβόλια που έχουμε αντίστοιχα δεδομένα από 40.000 άτομα. Οι τρέχουσες κλινικές μελέτες των μονοκλωνικών αντισωμάτων δεν έχουν ολοκληρωθεί. Έχουν πάρει έκτακτη έγκριση για χρήση σε ήπιες και μέτριας επίπτωσης περιπτώσεις βασισμένες σε αποτελέσματα χρήσης σε περίπου 1.000 άτομα, χωρίς να έχουμε αποτελέσματα τρίτης φάσης των κλινικών δοκιμών. Αν όντως αποδειχθούν αποτελεσματικά στους ασθενείς που ανέπτυξαν ήπια η μέτριας επίπτωσης νόσο και πάλι δεν θα ξέρουμε αν θα χρησιμεύσουν σε βαριές περιπτώσεις, δηλαδή γι’ αυτούς που νοσηλεύονται στις ΜΕΘ.
Σε άλλες κλινικές δοκιμές δοκιμάζεται η χορήγηση σε βαριές περιπτώσεις σε συνδυασμό με άλλα φάρμακα, σε ασθενείς που νοσηλεύονται στις ΜΕΘ, αλλά δεν υπάρχει έγκριση για τέτοια χρήση. Επομένως δεν μπορούμε να μιλάμε για αποδεδειγμένη αποσυμφόρηση των ΜΕΘ ούτε για μείωση των θανάτων. Μετά υπάρχει το θέμα της διαθεσιμότητας. Η εταιρεία Eli Lilly έχει προαναγγείλει παραγωγή έως και ενός εκατομμυρίου δόσεων έως το τέλος του έτους, για χρήση σε όλο τον κόσμο και η Regeneron αντίστοιχα υπολογίζει να έχει έτοιμες δόσεις θεραπείας για περίπου 300.000 ασθενείς συνολικά μέχρι και τον Ιανουάριο. Αυτά είναι πολύ μικρά νούμερα, και ελπίζουμε προφανώς να αυξηθούν ειδικά εάν αποδειχτεί πως η θεραπεία είναι αποτελεσματική. Άρα, δεν είναι ακριβές να λέμε πως θα αποσυμφορήσουν το σύστημα υγείας εν αντιθέσει με το εμβόλιο που θα συμβάλει στη μείωση των κρουσμάτων και αποτελεί αποτελεσματική λύση».
Ωστόσο, σύμφωνα με τον ίδιο, τα μονοκλωνικά αντισώματα από τη στιγμή που θα έχουν ολοκληρωθεί οι μελέτες θα είναι χρήσιμα στις ήπιες και μέτριες επιπτώσεις της νόσου, ενώ θα μπορούν να δίνονται προληπτικά και σε όσους δε θα μπορούν να κάνουν το εμβόλιο.
Πρέπει να εμβολιαστούν όσο το δυνατόν περισσότεροι
Σε κάθε περίπτωση ο κ. Μόσιαλος ξεκαθαρίζει: «Πρέπει να εμβολιαστούμε όσο το δυνατόν περισσότεροι για να δημιουργήσουμε αυτό το τείχος και την ανοσία στην κοινότητα. Αν κολλήσουμε κορωνοϊό μπορεί να οδηγηθούμε σε νοσηλεία στη ΜΕΘ που κανείς δε θα το ήθελε. Συμβαίνει δυστυχώς και σε νεότερους ανθρώπους. Επίσης, ένα 20% με 25% των νοσούντων αντιμετωπίζει μακροχρόνιες επιπτώσεις στην υγεία του. Και ένα ακόμη ζήτημα είναι ότι κάποιος ασυμπτωματικός μπορεί να μεταφέρει τη νόσο σε ανθρώπους που έχουν προβλήματα υγείας. Για όλους αυτούς τους λόγους πρέπει να κάνουμε το εμβόλιο».